Κατά 88% έχουν αυξηθεί οι τιμές πώλησης κατοικιών στην Αττική από την έναρξη της ανάκαμψης της αγοράς ακινήτων το 2017 και μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν από τους δείκτες τιμών που επιμελείται η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).
Πρόκειται για ένα ξεκάθαρο δείγμα της ταχύτητας με την οποία έχουν ανακάμψει οι τιμές, τροφοδοτούμενες κυρίως από τη ζήτηση από το εξωτερικό και έως έναν βαθμό κι από την εγχώρια. Ετσι, οι αξίες έχουν πλέον ξεπεράσει κατά 4% το προηγούμενο υψηλό που είχε καταγραφεί το 2008.
Σε πανελλαδικό επίπεδο, μετά και το δεύτερο τρίμηνο, οι τιμές πώλησης κατοικιών εμφανίζονται αυξημένες κατά 69,2%, αλλά ακόμη υπολείπονται κατά 2,4% του προηγούμενου υψηλού του 2008. Είναι λοιπόν εμφανές ότι η κτηματαγορά έχει πλέον ανακάμψει σχεδόν πλήρως ακόμη και σε πανελλαδικό επίπεδο, δείγμα των προκλήσεων που έχουν προκύψει αναφορικά με την επίλυση του στεγαστικού προβλήματος, που είναι σαφώς εντονότερο στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα Αθήνας και Θεσσαλονίκης.
Με βάση τα στοιχεία του δεύτερου τριμήνου που ανακοίνωσε χθες η ΤτΕ, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 9,2% πανελλαδικά σε ετήσια βάση, όταν το πρώτο τρίμηνο είχαν αυξηθεί κατά 10,6% και το 2023 κατά 13,8%.
Είναι εμφανές, λοιπόν, ότι ο ρυθμός ανόδου έχει αρχίσει να επιβραδύνεται, αλλά είναι επίσης ξεκάθαρο ότι παραμένει πολύ υψηλότερος, όχι μόνο από τον πληθωρισμό, αλλά και από τον ρυθμό τόνωσης των εισοδημάτων των νοικοκυριών.
Στην Αττική, η αύξηση του δευτέρου τριμήνου ανήλθε σε 9,1%, από 9,5% που ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2024 και 13,8% συνολικά το 2023. Στην πόλη της Θεσσαλονίκης οι τιμές κατά το δεύτερο τρίμηνο ενισχύθηκαν κατά 12,1%, όταν το πρώτο τρίμηνο η αύξηση είχε διαμορφωθεί σε 12,8% και το 2023 σε 16,5%. Στις άλλες μεγάλες πόλεις, η αύξηση των τιμών διαμορφώθηκε σε 7,3%, ενώ στην υπόλοιπη χώρα σε 10,4%.
Επιβραδύνεται ο ρυθμός ανόδου. Το β΄ 3μηνο οι τιμές στην Αττική αυξήθηκαν κατά 9,1%, από 9,5% το α΄ 3μηνο του 2024 και 13,8% συνολικά το 2023.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται σε διάφορες περιοχές της Αττικής, όπου μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι αυξήσεις είναι ακόμη μεγαλύτερες. Για παράδειγμα, στο Κουκάκι το 2017 η μέση τιμή πώλησης διαμορφωνόταν σε 1.250 ευρώ/τ.μ., ενώ πλέον κινείται πέριξ των 2.600 ευρώ/τ.μ. κατά μέσον όρο, μια αύξηση 108%.
Στους Αμπελοκήπους η αύξηση είναι ακόμη υψηλότερη και αγγίζει το 136%, από τα περίπου 800 ευρώ/τ.μ. του 2017, στα 1.900 ευρώ/τ.μ. σήμερα. Στο Χαλάνδρι η μέση τιμή πώλησης διαμορφώνεται πλέον σε 2.700 ευρώ/τ.μ., όταν το 2017 δεν ξεπερνούσε τα 1.100 ευρώ/τ.μ., μια αύξηση κατά 145%. Στη Γλυφάδα το 2017 μπορούσε να αποκτήσει κανείς μεταχειρισμένη κατοικία αντί 2.200 ευρώ/τ.μ. κατά μέσον όρο, ενώ σήμερα η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 4.250 ευρώ/τ.μ. – αύξηση 92%.
Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και τα στοιχεία για την πορεία ανάκαμψης των τιμών των νεόδμητων διαμερισμάτων, που επίσης βρίσκονται πλέον σε ιστορικά υψηλό επίπεδο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους δείκτες της ΤτΕ, σε σχέση με το πρόσφατο χαμηλό του τρίτου τριμήνου του 2017, οι τιμές των νεόδμητων κατοικιών έχουν σημειώσει αύξηση κατά 74,5% και πλέον βρίσκονται σε επίπεδο 2,2% υψηλότερο ακόμη και σε σχέση με το υψηλότερο σημείο που είχαν βρεθεί πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Μόνο κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2024 η ετήσια αύξηση των νέων κατοικιών (έως πέντε ετών) σημείωσε άνοδο κατά 10,7%, ενώ κατά το πρώτο τρίμηνο η αύξηση είχε διαμορφωθεί σε 11,1%. Λίγο πιο βελτιωμένη εμφανίζεται η εικόνα των τιμών των παλαιοτέρων κατοικιών, καθώς εκεί η συνολική αύξηση από το 2017 αγγίζει το 66%, ενώ κατά το δεύτερο τρίμηνο η αύξηση διαμορφώθηκε σε 8,3%, όταν συνολικά το 2023 η αντίστοιχη αύξηση είχε αγγίξει το 14,5%.
Σε πρόσφατη ανάλυση του εβδομαδιαίου δελτίου οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank είχε επισημανθεί ότι σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τιμών πώλησης κατοικιών τα τελευταία χρόνια έχει διαδραματίσει η οικονομική ανάπτυξη της χώρας, η οποία τα τελευταία τρία χρόνια ήταν σημαντικά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Συγκεκριμένα, το πρώτο φετινό τρίμηνο το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση στην Ελλάδα, έναντι 0,5% κατά μέσον όρο στην Ε.Ε.-27. Επίσης, οι τιμές πώλησης έχουν αυξηθεί και εξαιτίας των επιδόσεων του τουρισμού, όπως επίσης και λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας διαμοιρασμού. Αντίστοιχα, οι ξένες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων ανήλθαν σε 2 δισ. ευρώ ετησίως τόσο το 2022 όσο και το 2023, έναντι 400 εκατ. ευρώ που ήταν ο ετήσιος μέσος όρος της προηγούμενης δεκαετίας.
Στην πρόσφατη έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, η ΤτΕ εκτιμά ότι η ανοδική πορεία των τιμών θα συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα.
Ωστόσο, όπως τονίζεται, «η ευρύτερη γεωπολιτική αστάθεια, ο αυξημένος πληθωρισμός και το υψηλό κόστος κατασκευής, σε συνδυασμό με την επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και τον περιορισμένο τραπεζικό δανεισμό, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες αβεβαιότητας».