Πάνω από 2 εκατομμύρια εκτάρια δασών κάηκαν στην ΕΕ την τελευταία τετραετία, με τον αριθμό των μεγάλων πυρκαγιών να έχει υπερτριπλασιαστεί από το 2006 όπως φαίνεται από την έκθεση με τίτλο «Χρηματοδότηση της ΕΕ για την καταπολέμηση των δασικών πυρκαγιών – Στροφή στην πρόληψη, αλλά ανεπαρκή στοιχεία για τα αποτελέσματα των μέτρων και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους» του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που δημοσιεύθηκε σήμερα. Η Ελλάδα καταγράφει από τις χειρότερες επιδόσεις: το 2023, οι καμένες εκτάσεις ήταν τριπλάσιες από τον ιστορικό μέσο όρο της χώρας.
Η ΕΕ χρηματοδοτεί πλέον κυρίως μέτρα πρόληψης – καθαρισμός δασών, αντιπυρικές ζώνες, πρόσβαση για οχήματα. Το πρόβλημα, όμως, είναι η εφαρμογή: τα κονδύλια δεν φτάνουν πάντα εκεί που πρέπει και η επιλογή των έργων γίνεται με παρωχημένα κριτήρια. Στην Ελλάδα, τα σημεία υψηλής επικινδυνότητας για πυρκαγιές βασίζονται ακόμη σε Προεδρικό Διάταγμα του 1980, παρότι βρίσκεται σε φάση επικαιροποίησης.
Το ΕΕΣ εντοπίζει σοβαρές αδυναμίες:
- Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δράσεων πρόληψης δεν διασφαλίζεται, ιδίως όταν πρόκειται για κονδύλια του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΜΑΑ), όπως τα 470 εκατ. ευρώ που κατευθύνθηκαν στην Ελλάδα.
- Δεν υπάρχει σαφής εικόνα για το πού και πώς δαπανώνται τα χρήματα. Τα κράτη-μέλη δεν υποβάλλουν συνεπή στοιχεία και δεν χρησιμοποιούν τα δεδομένα από το ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών EFFIS για την αξιολόγηση των έργων.
Η περίπτωση της Ελλάδας: Μεγάλα κονδύλια, μικρή απορρόφηση
Η Ελλάδα έχει δεσμεύσει περίπου 837 εκατ. ευρώ από τον ΜΑΑ για δράσεις πρόληψης, ετοιμότητας και αποκατάστασης. Ωστόσο, έως τον Μάιο του 2024 είχε απορροφήσει λιγότερο από το 10% των προβλεπόμενων κονδυλίων του ΕΓΤΑΑ (αγροτικής ανάπτυξης), εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της υποστελέχωσης του ΥΠΕΝ και της αδυναμίας των δασικών υπηρεσιών να υλοποιήσουν δημόσιες συμβάσεις.
Στο αναθεωρημένο Σχέδιο Ανάκαμψης (2023), τα κονδύλια για την πρόληψη υπερδιπλασιάστηκαν. Προβλέπεται καθαρισμός και συντήρηση δασών σε 105.500 εκτάρια, με προϋπολογισμό 470 εκατ. ευρώ, ωστόσο η πρόβλεψη για αναδάσωση μειώθηκε σημαντικά.
Το συμπέρασμα του ΕΕΣ είναι σαφές: Χωρίς επικαιροποιημένα δεδομένα, εθνικό σχεδιασμό και διαφανή παρακολούθηση, η πρόληψη κινδυνεύει να μείνει στα χαρτιά. Και για την Ελλάδα, που καίγεται κάθε χρόνο περισσότερο, η διαφορά μεταξύ χρηματοδότησης και πραγματικής θωράκισης των δασών αποδεικνύεται τραγικά μεγάλη.
Τι προτείνει το Ελεγκτικό Συνέδριο: Συστάσεις για έργα με αντίκτυπο και διάρκεια
Το ΕΕΣ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προωθήσει ορθές πρακτικές, διασφαλίζοντας ότι τα κονδύλια της ΕΕ κατευθύνονται σε περιοχές με υψηλό κίνδυνο, βάσει επικαιροποιημένων δεδομένων, και με σχέδιο για συντήρηση και βιωσιμότητα ώστε να μην χαθούν κονδύλια σε δράσεις βιτρίνας. Οι βασικές του συστάσεις περιλαμβάνουν:
- Χρήση επικαιροποιημένων χαρτών κινδύνου, αντί για παρωχημένες εκτιμήσεις, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα.
- Έμφαση στη μακροπρόθεσμη συντήρηση (π.χ. καθαρισμός βλάστησης και αντιπυρικές ζώνες), με εθνικές δεσμεύσεις για χρηματοδότηση μετά τη λήξη των προγραμμάτων.
- Περιορισμό της “ισότιμης” γεωγραφικής κατανομής έργων, που οδηγεί σε οριζόντιες, αναποτελεσματικές παρεμβάσεις.
Επιπλέον, ζητείται η καλύτερη αξιοποίηση εργαλείων όπως το σύστημα EFFIS, που παρέχει κρίσιμα δεδομένα για τις πυρκαγιές αλλά δεν χρησιμοποιείται συστηματικά από τις χώρες.
Η Πορτογαλία και η Ισπανία δείχνουν ότι υπάρχει άλλος δρόμος
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που ακόμα βασίζεται σε χάρτες του 1980 και έχει χαμηλή απορρόφηση κονδυλίων, άλλες χώρες κινούνται πιο στρατηγικά:
Πορτογαλία: Μετά τις φονικές πυρκαγιές του 2017, επανασχεδίασε την πολιτική της. Το 2022, το 61% του σχετικού προϋπολογισμού κατευθύνθηκε σε δράσεις πρόληψης (από μόλις 20% το 2017). Αυτό σημαίνει καθαρισμούς, συντήρηση δρόμων, απομάκρυνση καύσιμης ύλης – όχι μόνο αγορές εξοπλισμού.
Ισπανία (Γαλικία & Ανδαλουσία): Από το 2018, οι δύο αυτές περιφέρειες διαθέτουν πάνω από το 50% των πόρων τους σε πρόληψη, ενώ αποφεύγουν τη γνωστή “παγίδα της πυρόσβεσης”, δηλαδή να επενδύουν μόνο όταν ξεσπάσει φωτιά.
Το παράδειγμα της Πορτογαλίας, μάλιστα, έχει αξιολογηθεί θετικά και από τον ΟΟΣΑ, ως μοντέλο στρατηγικής στροφής στην πρόληψη, με έμφαση στην τοπική διαχείριση του τοπίου και των δασικών χρήσεων.
Moneyreview.gr