Ηπτώση της ζήτησης ηλεκτρισμού που καταγράφηκε στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες του 2022 ήταν η υψηλότερη πανευρωπαϊκά, καθώς έφθασε στο δ’ τρίμηνο του 2022 κοντά στο 13%, ενώ είχε προηγηθεί ήδη μικρότερη μείωση περί το 2,5% για τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους, σύμφωνα με το ΙΕΝΕ.
Επίσης, η Ελλάδα είχε τη δεύτερη καλύτερη επίδοση πανευρωπαϊκά σε όρους μεριδίου της φωτοβολταϊκής παραγωγής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής (από 9,6% σε 12,6% μέσα σε ένα χρόνο). Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την Ειδική Έκθεση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης για τις ενεργειακές εξελίξεις το 2022 και τις προοπτικές του 2023 που επικαλείται σχετικές αναλύσεις του ινστιτούτου Ember. Ως προς τα φωτοβολταϊκά, το Ember επισημαίνει ότι η Ελλάδα αναμένεται να πετύχει τον στόχο για εγκατάσταση 7.7 GW φωτοβολταϊκών στα τέλη του 2023, δηλαδή επτά χρόνια νωρίτερα του προβλεπόμενου.
Σε όρους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα του τομέα ηλεκτροπαραγωγής, η Ελλάδα είναι 9η στον κατάλογο με τους περισσότερους ρύπους και 8η στον κατάλογο με τα πιο «ρυπογόνα» δίκτυα ηλεκτρισμού. Παρ’ όλα αυτά, η ένταση διοξειδίου του εγχώριου τομέα ηλεκτρισμού σημείωσε μεγάλη πτώση τα τελευταία 8 χρόνια.
Το 2022 αυξήθηκε σημαντικά η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά και φωτοβολταϊκά, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικά το 2022 ξεπέρασε τα 4,681 MW, σε σύγκριση με τα 4,452 MW το 2021, ενώ αντίστοιχα η εγκατεστημένη ισχύς από φωτοβολταϊκά διαμορφώθηκε στα 5,466 MW το 2022, αρκετά υψηλότερα από τα 4,126 MW το 2021. Συνολικά, εγκαταστάθηκαν περίπου 1,700 MW νέων ΑΠΕ στην Ελλάδα το 2022 (συνολική εκτιμώμενη εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ για το 2022: 10,624 MW), όταν εγκαταστάθηκαν περίπου 4,350 MW την περίοδο 2014-2021.
Στον τομέα του φυσικού αερίου επισημαίνεται ότι η Ελλάδα γίνεται σταδιακά χώρα εξαγωγέας φυσικού αερίου, καθώς στον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας καταφθάνουν μεγάλοι όγκοι LNG, που ένα μέρος τους διοχετεύεται κυρίως προς Βουλγαρία και από εκεί σε άλλες προς τον Βορρά χώρες (πχ. Σερβία, Ρουμανία, Ουγγαρία).
«Με συγκριτικό πλεονέκτημα τη γεωγραφική της θέση και τις υφιστάμενες και υπό ανάπτυξη υποδομές στην ελληνική επικράτεια, η Ελλάδα επιδιώκει την αναβάθμιση της θέσης της στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής, δεδομένου ότι πλέον το LNG τείνει να καταστεί το βασικό στρατηγικό καύσιμο της Ευρώπης και η χώρα μας από τις βασικές πύλες εισόδου στο Νότο προς τις βασικές ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές», τονίζει το ΙΕΝΕ.
Αναφορικά με τις προοπτικές του 2023, το ΙΕΝΕ αναμένει αποκλιμάκωση των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, καθότι σιγά σιγά απομακρύνεται ο κίνδυνος διακοπής της τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο, αφού κατάφερε μέσα σε διάστημα 12 μηνών να αντικαταστήσει το μεγαλύτερο μέρος από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, με εναλλακτικές πηγές (δηλ. LNG, αυξημένη παραγωγή φυσικού αερίου από Νορβηγία κλπ.). Εφόσον οι τιμές φυσικού αερίου παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα και δεν ξεπεράσουν τα 100 ευρώ/MWh, αναμένεται να υπάρξει περιορισμός των πληθωριστικών πιέσεων που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες. Επίσης, δεν διαφαίνεται κίνδυνος διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου, δεδομένου ότι πραγματοποιούνται συνεχώς εισαγωγές LNG, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή του FSRU της Αλεξανδρούπολης και ο προαγραμματισμός για την κατασκευή νέων, ενώ έχει ήδη προστεθεί FSU στον υφιστάμενο τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας.
Πρόοδος αναμένεται επίσης στις έρευνες υδογονανθράκων, στη δημιουργία μονάδων αποθήκευσης ενέργειας, στην ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου κ.α.