Αργεί η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου στη χώρα μας. Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι οι επενδύσεις στη χώρα μας ακολουθούν το μοντέλο που είχαν πριν από 10 χρόνια και 20 χρόνια. Διαφοροποιήσεις υπάρχουν, ευτυχώς προς το καλύτερο, αλλά δεν είναι ικανές να μεταβάλουν ριζικά το παραγωγικό μοντέλο.
Στην θεώρηση αυτήν κατέληξε χθες και ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, απαντώντας σε δημοσιογράφους σχετικά με την ανάπτυξη της οικονομίας, των επενδύσεων και την αλλαγή παραγωγικού μοντέλου. «Αυτό που παρατηρούμε τα τελευταία πέντε χρόνια», είπε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, «είναι μια βελτίωση της ελληνικής οικονομίας, σχεδόν σε όλες τις πλευρές της, στην ανεργία, στις τράπεζες, στις αξιολογήσεις, στις ξένες επενδύσεις, αλλά είναι -να τολμήσω την κρίση- μια αναβάθμιση της προηγούμενης οικονομίας που είχαμε και όχι μια αλλαγή της».
Και συνέχισε: «Οι κανόνες της οικονομίας μας, για τον ρόλο του κράτους, για την αργή απονομή δικαιοσύνης, για την πολυπλοκότητα και την αντιφατικότητα των ρυθμίσεων, αυτά δεν είναι μόνον του παρελθόντος. Εννοείται ότι έχει γίνει σημαντική βελτίωση και μέσω της ψηφιοποίησης και γι’ αυτό υπάρχει αυτή η ανάκαμψη που έχουμε. Αλλά δεν είναι μια οικονομία που ανταποκρίνεται τόσο έντονα, προσελκύοντας το φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο που θα μπορούσε να προσελκύσει αν είχε μια δραστικότερη αποκοπή, από τον τρόπο που λειτουργούσε πριν από την κρίση».
Ο κ. Βέττας σημείωσε ακόμη ότι πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή του τομέα μεταποίησης στις νέες επενδύσεις και στο ΑΕΠ της χώρας και ότι χωρίς μια ισχυρή παραγωγική μηχανή, που εστιάζεται σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, πολύ δύσκολα η χώρα θα αλλάξει παραγωγικό μοντέλο. Επίσης, επικρότησε το σχέδιο της κυβέρνησης ύψους 3 δισ. ευρώ, που ανακοίνωσαν την περασμένη Δευτέρα ο πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, και ο υπουργός Ανάπτυξης για τη στήριξη της μεταποίησης και της βιομηχανίας, σημειώνοντας ότι είναι πολύ μεγάλη ανάγκη να αυξηθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας -και ειδικά της μεταποίησης και ειδικότερα της μεταποίησης η οποία ενσωματώνει νέες τεχνολογίες-, καθώς είναι μονόδρομος για να πιαστούν οι ζητούμενοι ρυθμοί ανάπτυξης του 2% έως 3%.
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η χώρα δεν έχει αλλάξει παραγωγικό μοντέλο. Πέρυσι στη χώρα δαπανήθηκαν περίπου 34 δισ. ευρώ σε πάγιο εξοπλισμό, εκ των οποίων το 39% αφορούσε κατασκευές (οικίες, υποδομές κ.λπ.), το 44% εξοπλισμούς (μηχανολογικούς, μεταφορικά μέσα, αμυντικούς κ.λπ.) και το υπόλοιπο 19% καλλιεργούμενους βιολογικούς πόρους (φυτά και ζώα) και δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.
Η αναλογία αυτή, αν και έχει μεταβληθεί τα τελευταία χρόνια προς το καλύτερο, δεν σηματοδοτεί κάποια σημαντική μεταβολή σε σχέση με το παρελθόν. Π.χ. το 2014 το 45% των επενδυμένων κεφαλαίων αφορούσε τις κατασκευές και το 43% μηχανολογικό εξοπλισμό. Οι επενδύσεις, ωστόσο, το 2023 ήταν πολύ μεγαλύτερες σε σχέση με το 2014.
Πέρυσι οι επενδύσεις ήταν αυξημένες κατά 10% σε σχέση με το 2022 (είχαν ανέλθει σε 31,04 δισ. ευρώ). Η αύξηση αυτή των επενδύσεων σε απόλυτες τιμές αντιστοιχεί σε 3,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 70%, δηλαδή τα 2,2 δισ. ευρώ, προήλθαν από τον τομέα των κατασκευών. Μάλιστα, οι κατασκευές κατοικιών ήταν η πιο σημαντική συνιστώσα αύξησης των επενδύσεων πέρυσι.
Η συμβολή αυτή των κατοικιών ανήλθε σε 1,2 δισ. ευρώ ή στο 38% της συνολικής αύξησης που καταγράφηκε πέρυσι. Αναπόφευκτα, η συμβολή των άλλων συνιστωσών στον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου περιορίσθηκε, όπως ακριβώς συνέβη και το 2022, σε σχέση με το 2021. Έτσι, πολύ μεγάλο μέρος της επενδυτικής δραστηριότητας της χώρας προέρχεται από τις κατασκευές.
Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί, αφού σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο αριθμός οικοδομικών αδειών στο α’ εξάμηνο του 2024 είναι αυξημένος κατά 20% σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2023.