Η τιμή του φυσικού αερίου ξεπέρασε, για πρώτη φορά τους τελευταίους μήνες, το «φράγμα» των 40 ευρώ ανά μεγαβατώρα για το συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης Σεπτεμβρίου, συνιστώντας την υψηλότερη τιμή από τον περασμένο Δεκέμβριο. Η κατάσταση, προκαλεί έντονη ανησυχία στην ευρωπαϊκή αγορά, με άγνωστη ακόμη την τροπή που μπορεί να πάρουν τα πράγματα.
Αφορμή για το ανοδικό αυτό ξέσπασμα στάθηκε το γεγονός ότι στο Κούρσκ όπου εξελίσσεται η ουκρανική αντεπίθεση στα εδάφη της Ρωσίας, βρίσκεται ένας από τους βασικούς σταθμούς εξαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Μια τέτοια αναταραχή στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου, με την περαιτέρω αύξηση της τιμής και τη σταθεροποίησή της σε υψηλότερα επίπεδα, θα «περάσει» και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι στις τιμές χονδρικής ρεύματος και, εν συνεχεία, στις τιμές λιανικής, φτάνοντας ως την «τσέπη» του καταναλωτή, όπως έχει γίνει και παλιότερα.
Αντίστοιχη κατάσταση ενδέχεται να αντιμετωπίσει και η ελληνική αγορά, που προμηθεύεται σε τιμές TTF, πράγμα που ωστόσο είναι πρόωρο να εκτιμήσουμε με ακρίβεια από τώρα. Το ράλι της τιμής οφείλεται κατά μέρος στις γεωπολιτικές εξελίξεις, χωρίς ωστόσο οι παράγοντες να περιορίζονται σε αυτό.
Αναλυτές κάνουν λόγο, επιπρόσθετα, για κυνήγι ευκαιριών, έπειτα από μια περίοδο διαρκούς πτώσης και λόγω της αυξημένης παραγωγής και των ήπιων καιρικών προγνώσεων, για ανησυχίες σχετικά με τα αποθέματα, για τεχνικούς παράγοντες, καθώς και για μεταβολή των καιρικών συνθηκών. Οι παραγωγοί δύνανται να αποκομίσουν οφέλη από τις αυξημένες τιμές, εξισορροπώντας την πρόσφατη περίοδο χαμηλών τιμών, σε αντιθέση με τους καταναλωτές που καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα υψηλότερο ενεργειακό κόστος.
Σε κάθε περίπτωση η χαμηλή ζήτηση στην Ευρώπη εξακολουθεί να διασφαλίζει ότι τα αποθέματα παραμένουν σε άνετα επίπεδα, παρά τους χαμηλότερους όγκους εισαγωγών φυσικού αερίου. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η ζήτηση φυσικού αερίου στην ΕΕ τους πρώτους επτά μήνες του έτους εμφανίζεται μειωμένη κατά λίγο περισσότερο από 3% σε σύγκριση με πέρυσι.