Τους όρους και τις διαδικασίες που διασφαλίζουν την πρόσβαση σε ανάντη δίκτυο αγωγών των επιχειρήσεων φυσικού αερίου και των επιλεγόντων πελατών, καθώς και τον μηχανισμό επίλυσης των σχετικών διαφορών καθορίζει πρόσφατη απόφαση του ΥΠΕΝ.
Πρόκειται για το πλαίσιο που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στη διαθέσιμη δυναμικότητα σε δίκτυο αγωγών που αποτελούν μέρος έργου παραγωγής υδρογονανθράκων ή χρησιμοποιείται για τη διοχέτευση φυσικού αερίου από τέτοια έργα προς μία εγκατάσταση επεξεργασίας ή έναν τερματικό σταθμό ή έναν τελικό παράκτιο σταθμό υποδοχής/εκφόρτωσης.
Σύμφωνα με το πλαίσιο που όρισε ο ΥΠΕΝ, ο φορέας εκμετάλλευσης παρέχει πρόσβαση στο Ανάντη Δίκτυο Αγωγών για το τμήμα της δυναμικότητας που είναι διαθέσιμη και δεν χρησιμοποιείται, την οποία δημοσιεύει στην ιστοσελίδα του, μαζί με τις προδιαγραφές φυσικού αερίου, τις τεχνικές απαιτήσεις και τους κύριους όρους για την πρόσβαση στο Ανάντη Δίκτυο Αγωγών.
Κατόπιν, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν εγγράφως τα αιτήματά τους στο φορέα εκμετάλλευσης, κοινοποιώντας τα και σε ΡΑΕ και ΕΔΕΥ.
Ο φορέας εκμετάλλευσης υποχρεούται να εξετάσει τα αιτήματα πρόσβασης με χρονική σειρά προτεραιότητας και, μετά την αξιολόγησή τους, να γνωστοποιήσει την απάντησή του στους ενδιαφερομένους εντός 30 ημερών.
Ο φορέας εκμετάλλευσης έχει δικαίωμα να προσφέρει μέρος της δυναμικότητας που έχει αιτηθεί ο ενδιαφερόμενος πελάτης.
Σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία μεταξύ των δυο μερών, θα διαπραγματεύονται μεταξύ τους τυχόν πρόσθετους όρους.
Σε κάθε περίπτωση, ο φορέας εκμετάλλευσης και ο ενδιαφερόμενος πελάτης δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση λήψης των απαιτούμενων εγκρίσεων εγκατάστασης και λειτουργίας (όπου απαιτούνται, σύμφωνα με το ν. 3982/2011), από την εφαρμογή των διαδικασιών για την παραχώρηση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων (σύμφωνα με το ν. 2289/1995), από τις υποχρεώσεις ασφάλειας στις υπεράκτιες εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων (σύμφωνα με το ν. 4409/2016), καθώς και από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις κείμενες διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών
Οι δύο πλευρές οφείλουν αρχικά να επιδιώξουν φιλική διευθέτηση κάθε διαφοράς που αναφύεται μεταξύ τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, η διαδικασία φιλικής διευθέτησης θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός 30 ημερών, με τα αποτελέσματά της να αποτυπώνονται σε έκθεση που υπογράφεται και από τα δύο μέρη, είναι δεσμευτική για αυτά και κοινοποιείται στη ΡΑΕ.
Αν αυτή η διαδικασία δεν καρποφορήσει, τότε τα μέρη μπορούν να παραπέμψουν τη διαφορά στη ΡΑΕ (μέσω της διαδικασίας καταγγελίας του άρθρου 34 του ν. 4001/2011), στη Μόνιμη Διαιτησία της ΡΑΕ (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 4001/2011 και του Κανονισμού Διαιτησίας) ή σε άλλο διαιτητικό όργανο της επιλογής τους. Εφόσον και πάλι δεν επιτευχθεί η επίλυση της διαφοράς, τότε αρμόδια είναι τα Δικαστήρια Αθηνών.
Σε περίπτωση που κάποιο από τα εμπλεκόμενα μέρη ή το επιληφθέν διαιτητικό όργανο κρίνει σκόπιμη τη συνδρομή εμπειρογνώμονα για ζητήματα που επηρεάζουν την υφιστάμενη ή μελλοντική παραγωγή υδρογονανθράκων, τότε η ΕΔΕΥ καλείται να υποβάλλει τις απόψεις της εντός 30 εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση των σχετικών στοιχείων.
Τέλος, σημειώνεται ότι για την επίλυση κάθε διαφοράς που αναφέρεται στην ερμηνεία ή στην εφαρμογή της απόφασης εφαρμόζεται το ελληνικό δίκαιο, ενώ σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών που αφορούν ανάντη δίκτυο αγωγών που διέρχεται από την Ελλάδα και ένα ή περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ ή/και τρίτες χώρες, στο τμήμα του που έχει δικαιοδοσία η Ελλάδα εφαρμόζεται ο προαναφερθείς μηχανισμός επίλυσης διαφορών.