Ομόφωνο «στοπ» στην ανάπλαση της ΔΕΘ από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εντοπίζει οχτώ «προβληματικά» σημεία και κάνει λόγο για μετατροπή του δημόσιου χώρου σε αντικείμενο «φτωχής αρχιτεκτονικής σύλληψης» χωρίς την απαιτούμενη διαβούλευση με τους κοινωνικούς φορείς.
«Διαπιστώνουμε», αναφέρει, «ότι το οριστικό Πολεοδομικό Σχέδιο Εφαρμογής που έχει κατατεθεί για τη ΔΕΘ εξακολουθεί να αγνοεί τους προβληματισμούς που αναπτύχθηκαν μετά τη διαμαρτυρία δεκάδων ελληνικών φορέων, διεθνών οργανώσεων και προσωπικοτήτων για τις επιπτώσεις του στο περιβάλλον του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, στο ευρύτερο περιβάλλον της πόλης και στη διαφύλαξη της αρχιτεκτονικής της κληρονομιάς, αλλά και τους προβληματισμούς για τις διαδικασίες προώθησης του Σχεδίου με περιορισμένη διαβούλευση».
Υπέρμετρη δόμηση
Καίριες επιλογές σχεδιασμού και ασάφειες του αρχικού σχεδίου διατηρούνται στο προτεινόμενο ΠΣΕ, καθώς αγνοεί τη μοντέρνα και σύγχρονη αρχιτεκτονική κληρονομιά, επιβαρύνει με υπέρμετρη δόμηση το περιβάλλον του ιστορικού κέντρου και της πόλης και καταργεί οριστικά την προοπτική διαμόρφωσης ενός αληθινού πάρκου μητροπολιτικής σημασίας.
«Η ανεπάρκεια του προωθούμενου σχεδίου θα οδηγήσει νομοτελειακά σε μια νέα χαμένη ευκαιρία για το ιστορικό κέντρο της πόλης, για το αστικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης, για τη θέση και τον εμπλουτισμό της ταυτότητας της πόλης στο παγκόσμιο ανταγωνιστικό σκηνικό επενδύσεων, αλλά κυρίως για την ποιότητα ζωής των κατοίκων της» τονίζουν οι αρχιτέκτονες.
1. Αύξηση της δόμησης και υπερβολική ένταση χρήσεων: η επιτρεπόμενη δόμηση στο σύνολο της έκτασης δεν έχει μειωθεί από την αρχική πρόταση. Στην πράξη αυξάνεται σε σχέση με την υπάρχουσα (82.800 τ.μ.). Αναφέρεται ότι δεν θα υπερβαίνει σε έκταση τα 96.000 τ.μ. εντός των περιοχών δόμησης. Η δόμηση αυτή παράγει έναν πυρήνα μεγάλης έντασης χρήσης, σε άμεση επαφή με το κέντρο της πόλης, που θα λειτουργεί ανταγωνιστικά προς αυτό και θα περιορίζει τον ελεύθερο χώρο.
2. Αύξηση του ήδη κορεσμένου κυκλοφοριακού φόρτου: ενώ η αύξηση αυτή επιδεινώνει δραματικά τις ήδη δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες του κέντρου, δεν αναφέρονται οι κυκλοφοριακές προβλέψεις και δεν έχουν τεθεί απαγορευτικά ανώτατα όρια (φόρτου και στάθμευσης).
3. Απώλεια της αξιόλογης μοντέρνας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: η τεκμηρίωση και αναγνώριση της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας των περιπτέρων της ΔΕΘ αγνοείται. Αγνοείται ότι από την ίδρυση του θεσμού, το 1925, ο χώρος της ΔΕΘ εξελίχτηκε σε υπαίθριο αρχιτεκτονικό μουσείο έργων του μοντερνισμού, δημιουργημάτων μιας πλειάδας επώνυμων Ελλήνων αρχιτεκτόνων των δεκαετιών 1930-1970. Το σχέδιο δεν έχει μεριμνήσει, όπως επιβάλλεται από το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, για τη συνολική αξιολόγηση των κτιρίων. Είναι μάλιστα θέμα που λόγω της σημασίας του έχει απασχολήσει τη διεθνή κοινότητα.
4. Μη διαπερατότητα του αστικού ιστού και του κοινόχρηστου χώρου: η ΔΕΘ στη σύγχρονη κατάστασή αποτελεί περίκλειστο τμήμα του κέντρου, με συγκεκριμένα όρια που επιτείνονται από την ιδιαιτερότητα της χρήσης καθώς και των αστικών διατάξεών της. Το προωθούμενο σχέδιο δεν χειρίζεται το πρόβλημα αυτό. Αντιθέτως, αντιμετωπίζει τον χώρο ως ενιαίο «οικόπεδο» και δεν διασφαλίζει με σαφείς κοινόχρηστους χώρους τις απαραίτητες συνδέσεις με τον ευρύτερο αστικό ιστό.
5. Κατάργηση της συνέχειας του δημόσιου ανατολικού άξονα του σχεδίου Εμπράρ: σύμφωνα με το σχέδιο ο άξονας εκφυλίζεται σε μια απλή διακοπή της δόμησης. Ο άξονας του «ανατολικού ρήγματος», που αποτελεί δομικό ιστορικό στοιχείο του ιστού της πόλης, υποβαθμίζεται σε μια διακοπή της προβλεπόμενης δόμησης (με αδικαιολόγητες ασυμμετρίες), χάνοντας στην πράξη τη συνέχεια και διαπερατότητά του, όπως καθορίστηκαν στο σχέδιο Εμπράρ, το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο της πόλης.
6. Ασάφεια οριοθέτησης χώρων πρασίνου: δεν υπάρχει κανένας χώρος πρασίνου σαφώς οριοθετημένος και χαρακτηρισμένος, γεγονός που σημαίνει ότι δεν διασφαλίζεται ούτε ο δημόσιος χαρακτήρας του μη δομημένου χώρου ούτε και ο πράσινος χαρακτήρας του. Η απουσία δεσμευτικού ποσοστού φυσικής εδαφοκάλυψης θα εντείνει πλημμυρικά φαινόμενα στην περιοχή.
7. Απουσία ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής προσέγγισης και αναλυτικού πολεοδομικού κανονισμού: έργα ανάπλασης αντίστοιχης σημασίας και κλίμακας στις ευρωπαϊκές πόλεις διέπονται από πολυεπίπεδες περιβαλλοντικές στρατηγικές που συμβάλλουν στη βελτίωση των κλιματικών συνθηκών στην ευρύτερη περιοχή, μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτυπώμα της ανάπτυξης και σχεδιάζουν την απόκριση στις απρόβλεπτες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Η προβλεπόμενη «γωνία ανακύκλωσης» του σχεδίου δεν διασφαλίζει στο ελάχιστο τον βιώσιμο και ανθεκτικό χαρακτήρα της παρέμβασης.
8. Απουσία πλαισίου σύγχρονης ανοιχτής διαβούλευσης: οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί πρέπει να προηγούνται των οριστικών πολεοδομικών και ρυμοτομικών σχεδίων εφαρμογής, έτσι ώστε να διαμορφώνεται το κατάλληλο πλαίσιο για:
• να εξετάζονται με ανοιχτό τρόπο οι εναλλακτικές ανάπτυξης και μελλοντικού αστικού μετασχηματισμού,
• να δίνεται η ευκαιρία καινοτόμου αρχιτεκτονικής έκφρασης και ανάπτυξης ολοκληρωμένων προτάσεων,
• να παράγονται αναπαραστάσεις κατανοητές από το ευρύ κοινό ώστε αυτό να μπορεί να συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση και να έχει λάβει γνώση των αποφάσεων που επηρεάζουν την καθημερινότητα και τη ζωή των μελλοντικών γενεών.
«Οι εξελίξεις που προβλέπονται θέτουν αδιαπραγμάτευτα σε κίνδυνο τη ζωή του κέντρου, του πυρήνα της πόλης, που κατοικείται και φυλάσσεται από τους κατοίκους της και καταδικάζουν την πόλη σε ένα μη βιώσιμο και μη ανθεκτικό μέλλον» καταλήγει η Γ.Σ. του Τμήματος.
Η προϊστορία
Κι ενώ η κυβέρνηση της Ν.Δ. «τρέχει» την ανάπλαση, δεν μπορεί να μη θυμηθεί κανείς σχεδιασμούς που προωθούσαν παλαιότερες κυβερνήσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, από τη μετακίνηση της ΔΕΘ σε τεράστια έκταση στη δυτική Θεσσαλονίκη ώς το σχέδιο που κλήθηκε να κάνει ο διάσημος Ισπανός αρχιτέκτονας Σαντιάγκο Καλατράβα… Η πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών ωστόσο έκλεισε οριστικά τη συζήτηση που ξεκίνησε πριν από δύο δεκαετίες για μεταφορά της ΔΕΘ εκτός πόλης, θέτοντας στο επίκεντρο την ανάπλαση του υφιστάμενου χώρου.