Η κοινωνία των αγροτών µάλιστα αφυπνίσθηκε µάλλον τεχνηέντως, κυρίως µέσα από τη γενναία προσφορά του κράτους (κυβέρνηση ΓΑΠ) για τα λεγόµενα τότε αγροτικά φωτοβολταϊκά. Σήµερα, δέκα χρόνια µετά, απορεί κανείς, αν η τότε προσφορά ήταν το τυράκι που θα έκανε τους αγρότες να δουν µε καλό µάτι την υπόθεση των Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας.
Γιατί, έκτοτε, το παιχνίδι πέρασε σε άλλα χέρια µε τους περισσότερους αγρότες να ζουν µε το όνειρο. Γιατί, όχι µόνο δεν κράτησε αυτός ο κύκλος της προσφοράς αλλά έκλεισε για τα καλά η πόρτα της παραγωγής πράσινης ενέργειας από τους αγρότες και τις τοπικές κοινωνίες. Ακόµα και οι λίγες ενεργειακές κοινότητες που δείχνουν να επιβιώνουν, αν τελικά µείνουν όρθιες, είναι αυτές που πρόλαβαν τις εξελίξεις.
Αντίθετα, αυτό το οποίο συµβαίνει µεγαλοπρεπώς αυτόν τον καιρό, είναι η «αρπαγή» από τους αγρότες, ζωτικού χώρου, στον οποίο ανέπτυσσαν δραστηριότητα επί αιώνες. Ο λόγος για τον σταδιακό εκτοπισµό των αγροτών από δηµόσιες ή ακόµα και αµφισβητούµενες ιδιοκτησιακά γεωργικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις, προς χάριν των µεγαλοεπενδυτών που αποφάσισαν να «πρασινίσουν» τη χώρα µε φωτοβολταϊκά πάρκα και ανεµογεννήτριες.
Προφανώς και οι επενδύσεις αυτές είναι καλοδεχούµενες. Μόνο που θα πρέπει να γίνουν βάσει ενός οργανωµένου σχεδίου, σε προκαθορισµένες ζώνες, µε αποτίµηση της αξίας της γης και µε αποζηµίωση αυτών που τη χάνουν. Όχι µε αυθαιρεσίες και καταπατήσεις.