Τον “κώδωνα του κινδύνου” κρούουν τα φυσικά φαινόμενα , με πιο πρόσφατο τον σεισμό στη Σάμο, που στοίχησε τη ζωή σε δύο νέους, αλλά και την συχνή σεισμική δραστηριότητα που ανοίγει ξανά τον διάλογο για θέματα ασφάλειας των κτηρίων σε περιοχές όπως είναι και το Ρέθυμνο, μια πόλη που διαθέτει δύο “ζώνες” σε ό,τι αφορά το υπέδαφος, την παλαιότητα των κτηρίων και το καθεστώς και κόστος που διέπουν τις παρεμβάσεις συντήρησης και αποκατάστασής τους.
Μάλιστα, πρόσφατα είναι και δύο περιστατικά στην πόλη του Ρεθύμνου, όπου από θαύμα δεν υπήρξαν θύματα μετά από πτώση μπαλκονιών και τμημάτων των κατοικιών , σε δύο περιοχές της πόλης, τον Κουμπέ και τα Περιβόλια αναδεικνύοντας ξανά την ανάγκη για άμεσες παρεμβάσεις με συνολικό χαρακτήρα και όχι αποσπασματικές λύσεις που όχι μόνο δεν διορθώνουν το πρόβλημα , αλλά ενδέχεται μακροπρόθεσμα και να το εντείνουν. Η συζήτηση παραμένει επίκαιρη την ίδια ώρα που οι προσπάθειες συντήρησης παλαιών κτηρίων παραμένουν ψηλά στην ατζέντα των αρμόδιων φορέων και έχουν γίνει κατά διαστήματα προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή.
Η αποκατάσταση του συνόλου των κτηρίων που χρήζουν παρεμβάσεων, παραμένει ένα διαρκές “στοίχημα” , ωστόσο δεν είναι εφικτή λόγω της πολυπλοκότητας αλλά και του υψηλού κόστους, κάτι που γεννά την ανάγκη για συνολικές παρεμβάσεις και κίνητρα από πλευράς της πολιτείας.
Το περίγραμμα στα παραπάνω ερωτήματα που εύλογα γεννιούνται μετά και το πιο πρόσφατο ισχυρό χτύπημα του Εγκέλαδου με επίκεντρο την Σάμο , μια σεισμική δόνηση που έγινε αισθητή σε Αθήνα και Κρήτη , δίνει ο πρόεδρος της Νομαρχιακής Επιτροπής Ρεθύμνου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος , Σπύρος Καλησπεράκης, ο οποίος αναφέρθηκε στους κανονισμούς που διέπουν τις σύγχρονες διαδικασίες, τα δεδομένα και την περίπτωση του Ρεθύμνου, που αποτελεί μια από τις περιοχές της χώρας που έχουν συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες οι οποίες και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.
Παρά το γεγονός ότι έχουν γίνει, όπως τόνισε μιλώντας στον ΤΕΑΜ FM ο κος Καλησπεράκης, προσπάθειες για την επισκευή ιστορικών κτηρίων στην παλιά πόλη του Ρεθύμνου και όχι μόνο, δεν παύει το κόστος να είναι απαγορευτικό για ορισμένους ιδιοκτήτες με αποτέλεσμα , να καθίστανται έρμαια στο πέρασμα των ετών, δημιουργώντας ταυτόχρονα πολλούς και σοβαρούς κινδύνους.
Παράλληλα, ο ίδιος επεσήμανε πως τα χρηματοδοτικά εργαλεία για την στατική ασφάλεια των κτηρίων διαρκώς αυξάνονται , η πολιτεία θα πρέπει να στρέψει το βλέμμα της στο κτηριακό απόθεμα, όπως εξήγησε, με προτεραιότητα μάλιστα τα κτήρια που στεγάζουν υπηρεσίες και δομές και που σε περίπτωση μιας έκτακτης ανάγκης όπως ενός σεισμού θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος σε διοικητικό και υγειονομικό επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά πάντως το πόσο έτοιμη μπορεί να είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα φαινόμενα που προκύπτουν στο σκέλος των παλιών κτηρίων και να “οχυρωθεί” για τις περιπτώσεις ενός μεγάλου σεισμού, ο κος Καλησπεράκης ξεκαθάρισε: “Το κάθε σεισμικό φαινόμενο είναι ξεχωριστό και προφανώς ανάλογα την έντασή του και το επίκεντρό του μπορεί να φέρει άλλα αποτελέσματα. Το τι μπορούμε να κάνουμε εμείς είναι να είμαστε όσο γίνεται αμυνόμενοι στο φαινόμενο και να μπορέσουμε να μειώσουμε τα προβλήματα που θα μας προκαλέσει”.
Ο ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ, ΟΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των κτηρίων εντός της παλιάς πόλης αλλά και το πως έχουν διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, με πολλά από τα κτήρια της περιοχής να αξιοποιούνται και να έχουν δεχτεί φροντίδα στη διάρκεια των ετών και άλλα δυστυχώς να έχουν εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου, είναι παράγοντες που διαμορφώνουν δυσμενείς συνθήκες ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός φυσικού φαινομένου όπως είναι ο σεισμός.
Ο κος Καλησπεράκης, εξήγησε αναλυτικά ,τις παραμέτρους για την επισκευή και συντήρηση κτηρίων στην παλιά πόλη, τονίζοντας ταυτόχρονα, πως είναι πολλές, κοστοβόρες και περίπλοκες οι διαδικασίες για τις παρεμβάσεις που επιχειρούνται κατά διαστήματα και στο πλαίσιο αυτό , αναγκαία είναι η συνολική προσέγγιση και αντιμετώπιση, ενώ χρηματοδοτικά εργαλεία ταυτόχρονα θα μπορούσαν να έχουν θετική συμβολή προς την κατεύθυνση αυτή.
“Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα το κτηριακό μας απόθεμα – Στην παλιά πόλη έχουμε συνδυασμό πολλών παραγόντων”
Όπως επεσήμανε ο ίδιος το πιο σοβαρό ζήτημα που εντοπίζεται στην πόλη του Ρεθύμνου και ιδιαίτερα στην παλιά πόλη, είναι: “το κτηριακό μας απόθεμα που είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Ξεκινάμε με την παλιά πόλη που είναι ένα θέμα που γνωρίζουμε καλά και το λέμε καιρό έχοντας απευθυνθεί και προς το Δήμο και την Περιφέρεια. Στην παλιά πόλη έχουμε την ιδιαιτερότητα ότι έχουμε συνδυασμό πολλών παραγόντων. Τα κτήρια είναι ιδιαίτερα παλιά και έχουμε κάποια ερωτηματικά για το έδαφος στην περιοχή, δεδομένου ότι μέχρι πριν από κάποια χρόνια που έγινε το αποχετευτικό όλη η παλιά πόλη είχε λύματα στο υπέδαφος. Έχουμε ερωτήματα για το τι ακριβώς συμβαίνει. Ένα ακόμη σκέλος είναι ότι είναι πολύ στενά στην παλιά πόλη, με αποτέλεσμα σε περιπτώσεις καταρρεύσεων να υπάρχουν σοβαροί οι κίνδυνοι, χωρίς ευτυχώς να έχουμε μεγάλα ύψη στα κτήρια, πολλούς ορόφους ή πολύ επισκεψιμότητα και κόσμο. Από την άλλη η οποιαδήποτε παρέμβαση έχει κόστος και πολυπλοκότητα . Έχει μια μεγάλη διαδικασία και με την αρχαιολογία με αποτέλεσμα πολλοί ιδιοκτήτες να έχουν αφήσει την περιουσία τους, να την έχουν εγκαταλείψει και ιδιαίτερα τα πάνω πατώματα. Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο και ενοχλητικό ,να βλέπουμε από κάτω μια επιχείρηση η οποία έχει κόσμο και έσοδα και από πάνω μια εγκατάλειψη. Αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε και σαν ΤΕΕ το έχουμε επισημάνει επανειλημμένα.
ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΙΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
Όπως υπογράμμισε ο κος Καλησπεράκης, οι παλιές κατασκευές που εντοπίζονται σε μεγάλο βαθμό και στην παλιά πόλη, απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή όταν γίνονται παρεμβάσεις. Όπως εξήγησε ο ίδιος αυτό δημιουργεί επιπλέον δαπάνη για την ενίσχυση της στατικότητάς τους που συχνά αποθαρρύνει τους ιδιοκτήτες ή τους οδηγεί σε λιγότερο δαπανηρές ή συχνά και λανθασμένες λύσεις και παρεμβάσεις. Όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ν.Ε του ΤΕΕ: “Έχουμε και αρνητικές παρεμβάσεις δυστυχώς. Τα πέτρινα, παλιά σπίτια η στατική τους αντοχή οφείλεται στους τοίχους και τους μεσότοιχους που έφτιαχναν οι Ενετοί και οι άνθρωποι που ήξεραν την τέχνη με την πέτρα. Όταν αφαιρούμε τους μεσότοιχους γιατί θέλουμε να κάνουμε ενιαίους χώρους, τότε το κτήριο γίνεται πολύ πιο κακό απ ό,τι ήταν στην αρχική του κατάσταση, πράγμα που δεν διορθώνεται εύκολα. Δεν είναι ότι μπορούμε να κάνουμε μια επέμβαση και μια ενίσχυση διότι οι τοίχοι που υπήρχαν ενδιάμεσα είναι καθοριστικοί για τη στατική του επάρκεια. Αυτό δείχνουν οι εμπειρίες από αντίστοιχες καταστάσεις στην Ιταλία, με σεισμούς που είχαν. Τα κόστη που προκύπτουν είναι πολύ μεγάλα για να φτιαχτούν και να ανακαινιστούν τα κτήρια αυτά και ο κάθε ιδιώτης έχει μια μεγάλη δυσκολία να το αντιμετωπίσει”
Ο ίδιος στάθηκε ιδιαίτερα στο σκέλος της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου, υπογραμμίζοντας την ανάγκη οι παρεμβάσεις στα κτήρια της περιοχής, επειδή ενέχουν πολλές παραμέτρους, να εξεταστούν σε ένα συνολικό πλαίσιο και όχι μεμονωμένα όπως γίνεται μέχρι σήμερα. “Όταν άνθρωποι που έχουν την περιουσία τους στην παλιά πόλη -η οποία ουσιαστικά είναι ένας πνεύμονας για όλη την πόλη – επωμίζεται το κόστος ο ιδιοκτήτης αλλά το όφελος όμως και οι υπόλοιποι . Νομίζω πρέπει να ξαναδούμε το θέμα πως θα μπορούσε ο καθένας να βοηθήσει για να λυθούν τα θέματα εκεί , να το δει δηλαδή ως πόλη και όχι ως ο κάθε ιδιοκτήτης” .
“Στο Ρέθυμνο έχουμε οικοδομές όπου είτε δεν είχε γίνει ποτέ συντήρηση , είτε δεν είχαν ολοκληρωθεί ποτέ”
Σε ό,τι αφορά το Ρέθυμνο, ο προβληματισμός εστιάζει στα κτήρια και τις οικοδομές που είτε δεν έχει γίνει συντήρησή τους, είτε δεν είχαν ολοκληρωθεί στο παρελθόν και έχουν αφεθεί στη φθορά των ετών. Όπως υπογράμμισε ο κος Καλησπεράκης: “Στο Ρέθυμνο έχουμε οικοδομές όπου είτε δεν είχε γίνει ποτέ συντήρηση , είτε δεν είχαν ολοκληρωθεί ποτέ. Σε ό,τι αφορά το σκυρόδεμα αν για παράδειγμα έχουμε ένα γιαπί στη θάλασσα , οι κρυφές καταστροφές που συντελούνται πέρα από τις εμφανείς είναι μάλλον μη αναστρέψιμες . Κάποιοι λύνουν τοπικά το πρόβλημα, ωστόσο αν μέσα στο σκυρόδεμα έχουν γίνει εναποθέσεις αλάτων το πρόβλημα μέσα μέσα παραμένει”.
Ο πρόεδρος της ΝΕ Ρεθύμνου του ΤΕΕ τόνισε πως τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία σε ό,τι αφορά τις επισκευές ενώ επεσήμανε πως κάθε παρέμβαση χρήζει προσοχής. Συγκεκριμένα ανέφερε: “Στις επισκευές τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία. Το πως πρέπει να γίνεται η αξιολόγηση και τι πρέπει να γίνεται , αλλά και με τι προτεραιότητα υπάρχουν κανονισμοί που είναι μελέτη, όπως η μελέτη για μια νέα κατασκευή, η οποία όμως ανεβάζει το κόστος. Αλλά και το πιο απλό, στις απλές επισκευές υπάρχουν πολλές διαβαθμίσεις για το πως θα το αντιμετωπίσει κάποιος και σε σχέση με το κόστος. Θέλει μεγάλη προσοχή τι αγοράζει κάποιος αλλά κυρίως αυτό που αγοράζει πως αντιμετώπισε το πρόβλημα και πόσο βαθύ είναι το πρόβλημά μου. Αν κάποιος έχει πραγματικά ανησυχία για την κατασκευή του είτε επειδή είναι παραθαλάσσια, είτε επειδή ήταν στα τσιμέντα πολύ καιρό και έχει θέματα, να απευθυνθεί σε έναν πολιτικό μηχανικό και να προχωρήσει σε αξιολόγηση. Πάντως, αν το κτήριο έχει θέματα τα οποία στο Ρέθυμνο είναι συγκεκριμένα, κτήρια της δεκαετίας του ΄80 τα οποία είναι παραμελημένα, σχεδόν με βεβαιότητα θα έχουν θέμα”.
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΆ ΚΤΉΡΙΑ ΚΑΙ ΚΊΝΗΤΡΑ ΕΠΙΣΚΕΥΉΣ
Θα ήταν θετική μια ώθηση συνολική και επιδότηση για τα ιστορικά κτήρια που μας ενδιαφέρουν όλους και έχουν υψηλό κόστος επισκευής” επεσήμανε ο κος Καλησπεράκης μιλώντας για τα ιστορικά κτήρια και ιδιαίτερα όσα αφορούν την παλιά πόλη του Ρεθύμνου και τόνισε πως κίνητρα θα μπορούσαν να δοθούν και μέσα από προγράμματα και επιδοτήσεις αντίστοιχες με αυτές του προγράμματος για την ενεργειακή εξοικονόμηση. Όπως εξήγησε θα μπορούσε αντίστοιχα όπως ισχύει μέχρι σήμερα για την ένταξη στους άξονες του Εξοικονομώ , να υπάρξει και προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραμμα, το κτήριο να έχει ενισχύσει την ασφάλεια και συνεπώς τη στατικότητά του.
“Το να διατηρείς το κτηριακό δυναμικό του κράτους ασφαλές είναι μια διαρκείς προσπάθεια”
Όπως επεσήμανε ο κος Καλησπεράκης, εκτός από τα ιστορικά κτήρια έμφαση θα πρέπει να δοθεί και σε κτήρια που αφορούν δομές υγείας ή υπηρεσίες που σε περίπτωση φυσικής καταστροφής θα έχουν και πρωτεύοντα ρόλο στην διαχείριση της κρίσης. Όπως τόνισε: “η πολιτεία οφείλει να δει και τα ίδια τα κτήρια της που θα είναι καθοριστικά στην αντιμετώπιση συμβάντων είτε διοικητικής φύσης , είτε υγειονομικής . Να στρέψει το βλέμμα στα κτήρια της και να δει τι χρειάζεται για να τα αντιμετωπίσει . Γίνονται μεμονωμένα προσπάθειες και βήματα αλλά πολύ αργά και είναι κοστοβόρα με αποτέλεσμα να προβληματίζει το κόστος τους. Υπάρχουν όμως κτήρια που θα πρέπει να είναι υψηλής προτεραιότητας , όπως είναι τα σχολεία . Έχει γίνει αξιολόγηση από το Δήμο και κάποιες παρεμβάσεις έχουν γίνει. Είναι μια συνεχής προσπάθεια, τα προβλήματα αλλάζουν με την πάροδο των ετών. Το να διατηρείς το κτηριακό δυναμικό του κράτους ασφαλές είναι μια διαρκείς προσπάθεια”.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΛΑΨΙΝΟΥ