Στη φετινή Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας, ένα από τα πιο επιδραστικά γεγονότα παγκοσμίως στον τομέα, το περίπτερο της γερμανικής αντιπροσωπείας έχει μια ιδιαιτερότητα: θυμίζει λιγότερο περίπτερο σε έκθεση αρχιτεκτονικής και περισσότερο μάντρα οικοδομών. Κι αυτό γιατί στη θέση των εκθεμάτων στέκουν περήφανα ντάνες από πλακάκια, χαρτόνια, σωλήνες από PVC και ξύλινες τάβλες.
Αυτόν τον τρόπο βρήκαν οι επιμελητές για να στείλουν ένα μήνυμα στη βιομηχανία των κατασκευών, μια βιομηχανία που λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό με το τρίπτυχο αγοράζω-κατασκευάζω-πετάω. Και αυτά που πετάει μας κοστίζουν ακριβά. Σύμφωνα με στοιχεία του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών, τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των κτιρίων ευθύνονται για περίπου 9% των συνολικών εκπομπών CΟ2 (διοξειδίου του άνθρακα) που σχετίζονται με την ενέργεια, ενώ, σύμφωνα με δημοσίευση του ΜΙΤ (Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης), ο χάλυβας και το σκυρόδεμα προκαλούν το μεγαλύτερο πρόβλημα, καθώς η δημιουργία τους απαιτεί θέρμανση των πρώτων υλών σε υψηλές θερμοκρασίες και η ενέργεια για να γίνει αυτό προέρχεται συνήθως από ορυκτά καύσιμα. Η παραγωγή του τσιμέντου για το σκυρόδεμα ευθύνεται για το 7% των παγκόσμιων εκπομπών CΟ2, ενώ για κάθε τόνο μετάλλου που παράγεται από χάλυβα, ελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα 2,3 τόνοι διοξείδιο του άνθρακα.
Αντί για τη χωματερή
Με λίγα λόγια, όσο χτίζουμε, κάνουμε κακό στο περιβάλλον. Και χτίζουμε πολύ. Μόνο ανάμεσα στο 2015 και το 2021, προστέθηκαν στη Γη χτισμένα τετραγωνικά που αντιστοιχούν στο σύνολο του κτιριακού αποθέματος της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ολλανδίας. Προσπαθώντας να μειώσουν τη βλάβη, αρχιτέκτονες και ερευνητές σε όλο τον κόσμο αναζητούν λύσεις, και μία από αυτές είναι να σχεδιάζουν και να δημιουργούν με γνώμονα τις αρχές της κυκλικής οικονομίας, εφαρμοσμένες στην κατασκευή κτιρίων. Αντί να καταλήξουν στη χωματερή, υλικά όπως αυτά που διάλεξαν οι Γερμανοί για το περίπτερό τους στην Μπιενάλε χρησιμοποιούνται ξανά σε προσόψεις, τοίχους, πατώματα. Η κυκλική χρήση υλικών δεν είναι κάτι καινούργιο στον σχεδιασμό και στην κατασκευή κτιρίων και υποδομών. «Οι άνθρωποι πάντα κοιτούσαν να χρησιμοποιήσουν ό,τι έτοιμο έβρισκαν», λέει ο αρχιτέκτονας Σπύρος Γιωτάκης. «Υπήρχε μια έννοια οικονομίας χρόνου και κόπου. Για παράδειγμα, έπαιρναν κομμάτια από ναούς, όπως αρχαίες κολόνες, και τις χρησιμοποιούσαν σε βυζαντινά κτίσματα». Σήμερα, όμως, είναι συνήθως πιο οικονομικό για τους κατασκευαστές να χρησιμοποιήσουν καινούργια υλικά, τα οποία συχνά είναι ευτελέστερα, με περιορισμένο προσδόκιμο ζωής και βλαβερά για τον πλανήτη.
«Είναι πιο εύκολο για τους ανθρώπους να σκεφτούν ότι κάτι θέλει αντικατάσταση, παρά να αλλάξουν το ήδη υπάρχον, και αυτό γιατί είναι σαφώς δυσκολότερο να επεξεργαστείς κάτι παλαιότερο», λέει ο Νικ Τζάκσον, επικεφαλής του πρότζεκτ 1 Triton Square στο Λονδίνο. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης του ευμεγέθους κτιρίου, που θα στεγάζει γραφεία για 3.500 ανθρώπους, η ομάδα του κατάφερε να εξοικονομήσει ενέργεια ισοδύναμη με την ετήσια κατανάλωση 10.000 νοικοκυριών (40.000 τόνους άνθρακα), παρά το γεγονός ότι πρόσθεσε τρεις ορόφους στο κτίσμα. Σχεδόν το μισό του όγκου που εξοικονομήθηκε οφείλεται σε τεχνικές που περιλάμβαναν την επανάχρηση υλικών: 33.400 τόνοι σκυροδέματος, 1.843 τόνοι χάλυβα, 3.300 τετραγωνικά μέτρα ασβεστόλιθου αλλά και τα παράθυρα όλης της πρόσοψης. «Από τις πρώτες ερωτήσεις που κάνουμε στους πελάτες που έρχονται είναι: “Έχετε εξετάσει τι μπορείτε να επαναχρησιμοποιήσετε; Μπορείτε να βρείτε ένα ήδη υπάρχον κτίριο και να το διαμορφώσετε με τρόπο που να ταιριάζει στις ανάγκες σας;”» λέει στο «Κ» ο Τζάκσον. Η Arup, η πολυεθνική εταιρεία που ανέλαβε τη μελέτη και την κατασκευή, υπεύθυνη μεταξύ άλλων για έργα όπως η διάσημη Όπερα του Σίδνεϊ, έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια μια στενή συνεργασία με το Ellen MacArthur Foundation, μια ΜΚΟ με αντικείμενο την κυκλική οικονομία, στο φαγητό, στη μόδα αλλά και στο δομημένο περιβάλλον. «Δεν πρέπει αυτομάτως να υποθέτουμε ότι θα γκρεμίσουμε ένα κτίριο και θα φτιάξουμε κάτι καινούργιο και γυαλιστερό απ’ την αρχή. Είναι μια άλλη νοοτροπία για τους αρχιτέκτονες, να ξεκινούν με σημείο εκκίνησης την επαναχρησιμοποίηση, όχι την αντικατάσταση», σχολιάζει ο Τζάκσον.
Άνθρακας στα θεμέλια
Ο μισός άνθρακας που θα εκπέμψει μια κατοικία στον κύκλο της ζωής της έχει ήδη παραχθεί πριν καν το κτίριο εγκαινιαστεί, παρ’ όλα αυτά συνήθως η προσοχή μας δίνεται στο ρεύμα, το πετρέλαιο και στο υγραέριο που θα χρειαστεί ένα κτίριο για να θερμανθεί. Εν μέρει, επειδή αυτό αγγίζει την τσέπη μας, και ό,τι αγγίζει την τσέπη μας γίνεται οδηγός των εξελίξεων. «Μόλις τα τελευταία πέντε-δέκα χρόνια μπήκε στην κουβέντα η ενέργεια που καταναλώνουν τα κτίρια για να κατασκευαστούν, αυτό που ονομάζουμε ενσωματωμένο άνθρακα. Αυτό το κομμάτι δεν είναι εμφανές, δεν αφορά άμεσα τον χρήστη, δεν το βλέπει», λέει η Μαριάμ Καψάλη, αρχιτέκτονας και καθηγήτρια στο πρόγραμμα Βιώσιμου Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού στην Architectural Association School of Architecture. «Δεν υπάρχουν καν κριτήρια ούτε στην Αγγλία ούτε γενικά στην Ευρώπη για τον υπολογισμό του πόσο είναι πολύ και πόσο λίγο. Όλη η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από την ενέργεια. Φυσικά είναι σημαντικό κομμάτι αυτό, που επηρεάζεται και από τις διεθνείς εξελίξεις, αλλά δεν είναι το μόνο».
Όπως επισημαίνει η κ. Καψάλη, ακόμα κι αν αυτό δεν επικρατεί μαζικά, σήμερα έχουμε τα εργαλεία να φτιάξουμε κτίρια που καταναλώνουν κατά τη χρήση τους πολύ λίγη ενέργεια, σε οποιοδήποτε σχεδόν κλίμα, με καλή μόνωση, ανανεώσιμες πηγές, αεροστεγή υλικά και διάφορες εξελιγμένες τεχνολογίες. Όμως, ακόμα η εξίσωση του ενσωματωμένου άνθρακα όχι απλώς δεν έχει λυθεί, αλλά δεν βρισκόμαστε καν κοντά. «Ομολογώ ότι είναι μια δύσκολη πίστα, ωστόσο, αν δεν λυθεί, δεν πρόκειται να φτάσουμε στους στόχους που θέτουν η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που λειτουργούν πλέον χωριστά, αλλά παράλληλα», λέει η κ. Καψάλη, αναφερόμενη στους στόχους για μηδενικές εκπομπές των κτιρίων μέχρι το 2050.
Εδώ έρχεται η ιδέα της κυκλικής οικονομίας και στην αρχιτεκτονική. Πρόσφατα, το αρχιτεκτονικό γραφείο όπου εργάζεται η ίδια, το Architype, ανέλαβε την ανακαίνιση ενός πρώην τηλεφωνικού κέντρου της δεκαετίας του 1930 το οποίο στεγάζει τα γραφεία του Ινστιτούτου Βιώσιμης Ηγεσίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Σε ένα πρότζεκτ που θεωρούν ότι λειτουργεί ως εξαιρετικό παράδειγμα ανακαίνισης με χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα, λειτουργώντας με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας, χρησιμοποίησαν φωτιστικές εγκαταστάσεις από άλλο κτίριο του ίδιου πανεπιστημίου (έλεγξαν και επανέκδωσαν πιστοποιητικά εγγύησης σε περισσότερα από 350 φώτα LED). Αντί να κατεδαφιστεί και να ξαναχτιστεί, η πέτρινη επιφάνεια της πρόσοψης επιδιορθώθηκε σύμφωνα με τη γιαπωνέζικη μέθοδο Kintsugi, που αντιμετωπίζει τη φθορά και την επισκευή ως μέρος της ιστορίας ενός αντικειμένου που αξίζει να φαίνεται και όχι να καλύπτεται. Στον χώρο της εισόδου τοποθέτησαν ένα γραφείο που προηγουμένως βρισκόταν στις εγκαταστάσεις του Netflix στο Λονδίνο. Διατήρησαν ακόμη και τους ανελκυστήρες, οι οποίοι επισκευάστηκαν και παραδόθηκαν εκ νέου. Όσα έπιπλα δεν χρησιμοποιήθηκαν, χαρίστηκαν σε κοινότητες της περιοχής, γλιτώνοντας με αυτόν τον τρόπο 21.600 κιλά καρέκλες, τραπέζια και ντουλάπια απ’ το να καταλήξουν στη χωματερή.
Αυτά συμβαίνουν στη Βρετανία, μια χώρα που υπήρξε πρωτοπόρα στην ανάπτυξη νέων βιομηχανικών προϊόντων μετά τη Μεγάλη Έκθεση του 1851 και όπου τα τελευταία χρόνια μεγάλες εταιρείες όπως η Arup, αλλά και ακαδημαϊκοί, προωθούν την ιδέα της επανάχρησης υλικών. Τρία χρόνια πριν, μια ομάδα αρχιτεκτόνων –μεταξύ των οποίων 14 νικητές του βραβείου Στέρλινγκ της RΙΒΑ, της Βασιλικής Ένωσης Αρχιτεκτόνων της Μεγάλης Βρετανίας– ξεκίνησαν μια καμπάνια ευαισθητοποίησης κατά της κατεδάφισης κτιρίων, για το καλό του πλανήτη. «Πρέπει να σταματήσουμε να κατεδαφίζουμε απερίσκεπτα», λένε.
«Διαβατήρια» υλικών
Στην Ολλανδία, ο Τόμας Ράου, αρχιτέκτονας, έχει αναπτύξει ένα σύστημα καταγραφής υλικών σε υπάρχοντα κτίρια, καθώς και της προοπτικής που μπορεί να έχουν για να χρησιμοποιηθούν ξανά στο μέλλον. Χρησιμοποιώντας ένα ψηφιακό «διαβατήριο υλικών», καταγράφει τα ειδικά τους χαρακτηριστικά, ώστε να διευκολυνθεί στο μέλλον η ανάκτηση, η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίησή τους. Η κυβέρνηση της χώρας του σύντομα αγκάλιασε την πρωτοβουλία, προσφέροντας φορολογικές ελαφρύνσεις στους κατασκευαστές για να την υιοθετήσουν.
Στην Πόλη του Μεξικού, το αρχιτεκτονικό γραφείο TO Arquitectura σχεδίασε έναν χώρο εκμάθησης κιθάρας, με τη συνεργασία των μαθητών που είχαν συμμετάσχει σε πρόγραμμα δωρεάν μαθημάτων μουσικής. Η τοπική κοινότητα δώρισε ένα μικρό χωράφι, οι αρχιτέκτονες συνεργάστηκαν με τους κατοίκους και το αποτέλεσμα ήταν ένα θολωτό κτίσμα φτιαγμένο αποκλειστικά από ανακυκλωμένα υλικά της περιοχής: κόκκινα τούβλα, ξύλο, κομμάτια από μπετόν, ηφαιστειογενή πέτρα (η περιοχή βρίσκεται κοντά στο ηφαίστειο Σαλτοκάν), κόκκινους λίθους.
Στην Κοπεγχάγη, ο Άντερς Λεντάγκερ έφτιαξε το συγκρότημα 92 κατοικιών Resource Rows (υποψήφιο για το βραβείο Mies van der Rohe 2022) χρησιμοποιώντας ενιαία κομμάτια τοίχων από τούβλα τα οποία ήταν ενωμένα με κονίαμα και ήταν αδύνατο να χωριστούν, ώστε να χρησιμοποιηθούν ξανά. Προκειμένου να μην καταλήξουν στα σκουπίδια, η ομάδα του Λεντάγκερ έκοψε τους τουβλότοιχους από τα ιστορικά ζυθοποιεία της Carlsberg στην Κοπεγχάγη, από παλιά σχολεία και βιομηχανικά κτίρια σε όλη τη Δανία, σε ενιαία κομμάτια 1 επί 1 μέτρο, δημιουργώντας έτσι νέους τοίχους. Ακόμη, χρησιμοποίησε ξυλεία που προοριζόταν για πέταμα, ανακυκλωμένο τσιμέντο από μια γέφυρα και παλιά παράθυρα, εξοικονομώντας 463 τόνους απορριμμάτων και 29% σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Όπως είδαμε και πιο πάνω, η κυκλική οικονομία έχει τις ρίζες της στην ανάγκη. Μία από τους αρχιτέκτονες του βραβευμένου κτιρίου K 118 στο Βίντερτουρ της Ελβετίας, Μπάρμπαρα Μπιουζέρ, έχοντας εργαστεί στην Τανζανία και το Σουδάν, παρατήρησε πόσο πολύτιμα ήταν τα υλικά αντικείμενα που στην Δύση κατέληγαν στις χωματερές, όπως ήταν για παράδειγμα τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Σχεδιάζοντας με την υπόλοιπη ομάδα το K 118, μια πρώην αποθήκη που θα έχει εφεξής μεικτή χρήση (κατοικίες, εργαστήρια, χώροι συνεργατικής τηλεργασίας), κατάφεραν να προσθέσουν τρεις επιπλέον ορόφους με πάνω από το ήμισυ των δομικών υλικών να προέρχεται από ανακυκλωμένα κτίρια.
Ολόκληρη η βασική κατασκευή από χάλυβα προήλθε από ένα κέντρο διανομής σούπερ μάρκετ σε γειτονική πόλη. Τα παράθυρα, οι προσόψεις, τα θερμαντικά σώματα και τα ξύλινα δάπεδα τα πήραν από κατεδαφισμένα κτίρια της περιοχής. Στην προηγούμενη ζωή της, η σκάλα του κτιρίου –η οποία είναι πάνω από 30 ετών– βρισκόταν σε ένα κτίριο γραφείων στη Ζυρίχη, όπως και τα 80 παράθυρα και οι πλάκες γρανίτη που επαναχρησιμοποιήθηκαν για τα δάπεδα του μπαλκονιού. Με αυτόν τον τρόπο υπολογίζουν ότι εξοικονόμησαν 500 τόνους καινούργιων υλικών. Στη Βομβάη της Ινδίας, το αρχιτεκτονικό γραφείο S+PS δημιούργησε μια πολυτελή κατοικία όπου η ανακύκλωση των υλικών μπλέκεται με την ανακύκλωση εννοιών όπως η ιστορία και η μνήμη. Η πρόσοψη είναι φτιαγμένη από παράθυρα και πόρτες κατεδαφισμένων σπιτιών, ενώ χρησιμοποιήθηκαν υλικά όπως παλιά υφασμάτινα κομμάτια, δάπεδα από παλιά δοκάρια και τελάρα, έπιπλα από την εποχή της βρετανικής αποικιοκρατίας.
Αντίστοιχα παραδείγματα υπάρχουν και σε άλλες χώρες, ενώ πρωτοβουλίες ξεπηδούν και στη βιομηχανία των κατασκευαστικών υλικών. Η Έλι Μπίρκχεντ από την Κορνουάλη σχεδιάζει τούβλα από προϊόντα τα οποία επιχειρήσεις της περιοχής της προόριζαν για πέταμα: τρίχες από ένα κομμωτήριο, μαλλί και κοπριά αλόγων από μια φάρμα (λειτουργεί συγκολλητικά για τον πηλό), απόβλητα σιταριού από μια ζυθοποιία, ανακυκλωμένα μπουκάλια ενός μπαρ. Αντίστοιχα, στη Σκωτία η εταιρεία Kenoteq παράγει τούβλα από 90% ανακυκλωμένα υλικά οικοδομής, ενώ η δανέζικη εταιρεία d line έχει λανσάρει ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας στο οποίο τα προϊόντα της (βρύσες, πόμολα κ.ά.) επισκευάζονται και μεταπωλούνται στο 60% της τιμής, εξοικονομώντας έως και 91% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, με σκοπό να επεκταθεί η περίοδος χρήσης τους έως και τα 100 χρόνια.
Από τον Πικιώνη στις μπουλντόζες
Πίσω στην Ελλάδα, ο Σπύρος Γιωτάκης μού θυμίζει ότι έχουμε και εδώ εμβληματικά έργα κυκλικής οικονομίας, απλώς τότε δεν τα έλεγαν έτσι. Ένα ιδιαίτερο παράδειγμα είναι η αναστήλωση του Λουμπαρδιάρη από τον μεγάλο αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη, ο οποίος χρησιμοποίησε μάρμαρα, πήλινα στοιχεία, υλικά από γκρεμισμένα νεοκλασικά, ακόμη και από την κατεδάφιση της Βαρβακείου Σχολής. Σήμερα, 70 χρόνια μετά, η εικόνα είναι μάλλον διαφορετική. Σε πρόσφατο ρεπορτάζ του «Κ», σχολιάζοντας το κτιριακό απόθεμα της Αθήνας ο πρόεδρος των Ελλήνων αρχιτεκτόνων, Δημήτρης Ξυνομηλάκης, υπογράμμιζε τον μεγάλο αριθμό ιστορικών κτιρίων που έχουν κατεδαφιστεί. «Η βέλτιστη λύση σε ένα δομημένο περιβάλλον δεν είναι οι κατεδαφίσεις», έλεγε.
Ο αρχιτέκτονας Γιάννης Δουρίδας συμφωνεί: «Η μεγαλύτερη συνεισφορά που μπορεί να έχει ένας αρχιτέκτονας στην κυκλική οικονομία είναι στην πραγματικότητα να μπορεί να ανακυκλώνει τα κτίρια. Για παράδειγμα, ένα κτίριο γραφείων που φτιάχτηκε τη δεκαετία του ’80 και έχει παλαιότερες εγκαταστάσεις ενέργειας, αλλά μπορείς να το βελτιώσεις, δεν υπάρχει λόγος να το γκρεμίσεις. Στην Αθήνα αυτή τη στιγμή γκρεμίζονται άπειρα κτίρια σε σχέση με πόλεις όπως η Ρώμη, όπου δεν χτίζουν, αλλά επαναχρησιμοποιούν τα κτίριά τους. Φυσικά, η γη είναι πολύ ακριβή για να το αποφύγεις εύκολα. Είχε βγάλει το Υπουργείο Περιβάλλοντος μια οδηγία που πριμοδοτεί όσους έχουν ένα οικόπεδο και για παράδειγμα θέλουν να κατεδαφίσουν ένα κτίριο που υπάρχει μέσα, ενεργοβόρο, και να φτιάξουν ένα καινούργιο, πιο βιώσιμο. Τους δίνει μπόνους τετραγωνικά. Αυτό έχει δύο αναγνώσεις. Η μία λέει ότι αυτό το χρέπι που είναι εκεί τρώει ενέργεια. Η άλλη ανάγνωση λέει: αν γκρεμίσουμε τα πάντα επειδή τα βαφτίζουμε ενεργοβόρα, τι γίνεται μετά;».
Πρόσφατα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι τον τελευταίο καιρό επικρατεί «πυρετός» κατεδαφίσεων ακόμη και μονώροφων, διώροφων και τριώροφων κτιρίων του Μεσοπολέμου, αφού οι ιδιοκτήτες τους σπεύδουν να τα κατεδαφίσουν πριν χαρακτηριστούν διατηρητέα (το σχετικό πρόγραμμα κινήτρων για τη διατήρηση των κτιρίων αυτών δεν έχει τεθεί ακόμη σε εφαρμογή). Όπως εξήγησε πρόσφατα ο δημοσιογράφος Νίκος Βατόπουλος στην «Κ», το όριο των 100 ετών που καθιστά πιο δύσκολο το να κατεδαφιστεί ένα οικοδόμημα παλαιότερο της εκατονταετίας, οδηγεί σε αγώνα δρόμου τους ιδιοκτήτες τους ώστε να προλάβουν να τα γκρεμίσουν και στη θέση τους να υψωθούν πολυώροφες πολυκατοικίες.
Επομένως, όταν κάποιος θέλει να κοιτάξει προς το μέλλον, το βλέμμα του μάλλον θα τον οδηγήσει εκτός Ελλάδος. Στην Ευρώπη, σε αρκετές χώρες έχουν ήδη υιοθετήσει την πρόταση του Τόμας Ράου για την καταγραφή και την επανάχρηση υλικών (η πλατφόρμα του λειτουργεί σε Γερμανία, Αυστρία, Βέλγιο κ.α.). Σχηματικά, ίσως βρεθούμε κάποτε σε ένα μέλλον που θα μοιάζει με αυτό που περιέγραψε ο Νικ Τζάκσον: «Η επανάχρηση υλικών και συστημάτων θα αλλάξει τον τρόπο που λειτουργούν οι αρχιτέκτονες. Θα γίνουμε, σταδιακά, ένα είδος δημιουργών κολάζ, δηλαδή θα συναρμολογούμε υλικά. Θα είναι μια ενδιαφέρουσα εξίσωση».