Την προσήλωση των εμπλεκόμενων μερών Ελλάδας και Γερμανίας να «τρέξουν» τα σχέδια παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου στη χώρα μας και εξαγωγής τους προς την μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά επιβεβαίωσε νεότερη συνάντηση του ΔΕΣΦΑ με το Υπουργείο Ενέργειας της Γερμανίας που πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο της Διεθνούς Έκθεσης Gastech 2025 στο Μιλάνο την προηγούμενη εβδομάδα.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές με γνώση του θέματος και των όσων συζητήθηκαν στην συνάντηση, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να συνεχίσουν την εξέταση του εγχειρήματος με τον ΔΕΣΦΑ να αναλαμβάνει να εκπονήσει νέα μελέτη προς επιβεβαίωση των βασικών εκτιμήσεων που περιλαμβάνει η μελέτη των εταιρειών E3 Modelling και RICARDO που αρχικά είχε καταπιαστεί με το ζήτημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΔΕΣΦΑ ούτως ή άλλως σχεδίαζε να τρέξει τέτοια σενάρια και προσομοιώσεις με την διαφορά τώρα ότι θα γίνει στο πλαίσιο της συνεργασίας που έχει εγκαινιαστεί υπό την σκέπη του εν λόγω συνολικότερου project παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου στην Ελλάδα και μεταφορά του στη Γερμανία μέσω Ιταλίας και Αυστρίας.
Αναλυτικότερα, όπως υπογραμμίζουν αρμόδιες πηγές, ο σκοπός της μελέτης θα είναι να επιβεβαιώσει τα αρχικά νούμερα και εν συνόλω τα αποτελέσματα της πρώτης μελέτης σε ένα μεγαλύτερο βαθμό ανάλυσης και βάθους, εστιάζοντας ιδίως στο δυνητικό δυναμικό παραγωγής και προφανώς το κόστος, καθώς και στο κομμάτι του κόστους μεταφοράς. Η μελέτη αναμένεται να ξεκινήσει σύντομα και να ολοκληρωθεί περί τα μέσα του 2026, συμπληρώνοντας σημαντικά τις γνώσεις της αγοράς περί των δυνατοτήτων της χώρας σε παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου πέρα από τα όσα έχουν ήδη γίνει γνωστά.
Υπενθυμίζεται, όπως έχει γράψει το energypress, ότι στα πλαίσια της προηγούμενης μελέτης είχε γίνει προσπάθεια να αποτυπωθεί γεωγραφικά η παραγωγή υδρογόνου στην Ελλάδα, ξεχωρίζοντας ποιες περιοχές και γιατί παρουσιάζουν συγκριτικά πλεονεκτήματα (ισχυρό ηλιακό και αιολικό δυναμικό έργων ΑΠΕ, εγγύτητα στο δίκτυο φυσικού αερίου κα), ώστε να γίνει αξιολόγηση των διαφόρων σεναρίων επί πραγματικών δεδομένων.
Σε αυτή την κατεύθυνση αναμένεται να συμβάλει περαιτέρω η νέα μελέτη του Διαχειριστή, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις συνολικότερες ανάγκες και απαιτήσεις για την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης εφοδιαστικής αλυσίδας υδρογόνου, δεδομένου ότι μιλάμε για μια πρακτικά καινούργια αγορά στην περίπτωση της Ελλάδας. Επιπρόσθετα, κατά την συνάντηση συμφωνήθηκε η Ελλάδα να ενταχθεί στο σχήμα που έχουν ήδη συστήσει οι εμπλεκόμενες χώρες Ιταλία, Αυστρία και Γερμανία, ως παρατηρητής.
Σημειώνεται ότι το εν λόγω σχήμα προκύπτει στη βάση ενός εκ των ευρωπαϊκών διαδρόμων υδρογόνου που έχει χαράξει η Κομισιόν με την Ελλάδα να εντάσσεται εμβόλιμα σε αυτόν, εκτιμώντας ότι η όδευση μέσω Ιταλίας ενδεχόμενα να είναι συμφερότερη έναντι της όδευσης κατά μήκος του Νοτιοανατολικού Διαδρόμου Υδρογόνου που εκκινεί από την Ελλάδα και διασχίζει την Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία και Τσεχία για να φτάσει στη Γερμανία.
Τέλος, να προσθέσουμε ότι οι τρεις χώρες Ιταλία, Αυστρία και Γερμανία πρόκειται να πραγματοποιήσουν νέα συνάντηση εντός Σεπτεμβρίου όπου θα συζητήσουν εκ νέου τα σχέδια προώθησης ποσοτήτων υδρογόνου προς την γερμανική αγορά.
Σύμφωνα με την μελέτη που «έτρεξε» προ μηνών και παρουσιάστηκε στη Γερμανία ενώπιον του Υπουργείου Ενέργειας της χώρας και εκπροσώπων της αγοράς, η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδιασμού συνεπάγεται επενδύσεις της τάξης των 13 έως 30 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2050 με την προστιθέμενη αξία για την Ελλάδα να φτάνει τα 4 δις ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα εμφανίζει ένα ορισμένο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ως προς την παραγωγή υδρογόνου, πράγμα που έχει να κάνει με το ισχυρό ηλιακό και αιολικό δυναμικό που διαθέτει