Η αξιοποίηση των εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων αποτελεί καταλυτικό παράγοντα για την τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Κύριο μοχλό σε αυτή τη διαδικασία αποτελεί η Πολιτικής Συνοχής, το μέλλον της οποίας διακυβεύεται στο νέο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2021-2027.
Ο Αντιπεριφερειάρχης Ευρωπαϊκών και Διεθνών Θεμάτων της Κρήτης και Αντιπρόεδρος της CPMR στον τομέα των θαλάσσιων υποθέσεων, Γεώργιος Αλεξάκης, μίλησε στη Euractiv.gr και στη Σοφία Ελανίδου για το μέλλον της Ελλάδας στη Συνοχή μετά το 2020, τη συμβολή των ελληνικών περιφερειών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και τις προτεραιότητες της Περιφέρειας Κρήτης στην τρέχουσα και μελλοντική προγραμματική περίοδο.
Ποιά ειναι το οφέλη της Πολιτικής Συνοχής στην περίοδο της κρίσης στην Ελλάδα και στην περιφέρεια σας;
Η Πολιτική Συνοχής, την προηγούμενη δεκαετία είχε καταλυτικό ρόλο στην Περιφέρεια Κρήτης, διότι ήταν σχεδόν η αποκλειστκή γραμμή χρηματοδότησης αναγκαίων έργων υποδομής για την περιοχή μας. Δεδομένου ότι λόγω της κρίσης δεν υπήρχαν αρκετοί εθνικοί πόροι, ο μόνος τρόπος για να γίνουν υποχρεωτικά κάποια έργα ήταν το Ταμείο Συνοχής. Έτσι, λοιπόν, κατασκευάστηκαν δρόμοι, σχολεία, έργα που έπρεπε να γίνουν έτσι κι αλλιώς.
Η Πολιτική Συνοχής έχει ονομαστεί ότι είναι η πολιτική που δείχνει το πρόσωπο της Ευρώπης στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Αυτό είναι ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της: ότι δηλαδή δεν εφαρμόζεται αποκλειστικά σε κάποιες περιοχές, αλλά αφορά όλες τις περιφέρειες της Ευρώπης.
Για αυτό και όλες οι ευρωπαϊκές περιφέρειες θέλουν να συνεχιστεί η Πολιτική Συνοχής.
Ποιά ειναι τα συν και τα κατά για την Ελλάδα στη νέα πρόταση;
Η νέα πρόταση της Επιτροπής για την Πολιτική Συνοχής έχει μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα.
Μειονέκτημα είναι, καταρχήν, ότι μειώνεται το συνολικό ποσό των χρημάτων που θα διατεθεί σε αυτή την πολιτική. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν νέες πολιτικές έναντι των παλιών, ενώ από την άλλη ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σταθερός, ίδιος.
Επομένως, κάποιες πολιτικές πρέπει να χάσουν για να πάρουν κάποιες άλλες. Η λύση θα ήταν η αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ, μια λύση που όμως δεν είχε θετική έκβαση. Ναι μεν η Κομισιόν διατείνεται ότι υπάρχει αύξηση, αλλά εάν κανείς προχωρήσει σε υπολογισμούς σε καθαρές παρούσες αξίες τότε αποδεικνύεται ότι υπάρχει μείωση.
Ένα δεύτερο μειονέκτημα είναι ότι μεγαλύτερο ποσοστό των πόρων πλέον θα αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης απευθείας από την Κομισιόν και όχι σε συνεργασία με τα εθνικά κράτη και τις περιφέρειες.
Ένα τρίτο μειονέκτημα είναι ότι σχεδόν καταργείται η θαλάσσια συνεργασία. Δηλαδή, περιφέρειες και νησιά που συνεργάζονταν πριν στα πλαίσια, του προγράμματος Interreg Europe για παράδειγμα, δεν θα έχουν πλέον αυτή τη δυνατότητα.
Προφανώς βέβαια υπάρχουν και πλεονεκτήματα, όπως είναι η απλοποίηση των διαδικασιών.
Για την Ελλάδα συγκεκριμένα, προβλέπεται αύξηση της συνολικής δαπάνης για το Ταμείο Συνοχής, ενώ σε άλλες χώρες προβλέπεται μείωση. Οπότε, από αυτή τη πλευρά θα πρέπει γενικώς ως Ελλάδα να είμαστε ευχαριστημένοι και ως περιφέρειες να είμαστε επίσης ευχαριστημένοι, αρκεί να φτιάξουμε ένα πιο έξυπνο σχέδιο διαχείρισης των εθνικών πόρων, διεκδικώντας πάλι ως περιφέρειες τη συμμετοχή μας στη διαχείριση συνολικά του νέου ευρωπαϊκού πακέτου.
Σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, πώς κρίνετε τη συμμετοχή των ελληνικών περιοχών στη διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ελληνικές περιφέρειες συμμετέχουν στη διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων στο μέσο όρο. Δεν είναι ούτε οι καλύτερες, ούτε οι χειρότερες. Μάλιστα, δεν έχουν το ίδιο σκορ και οι 13 ελληνικές περιφέρειες. Άλλες έχουν μεγαλύτερη ταχύτητα, άλλες μεσαία και άλλες μικρή. Αυτό φυσικά εξαρτάται και από τις ανάγκες των περιφερειών πρωτίστως, και δευτερευόντως από την αντίστοιχη κατάλληλη ομάδα η οποία σχεδιάζει, διεκδικεί και διαχειρίζεται τους ευρωπαϊκούς πόρους.
Οπότε, θα έλεγα ότι δεν υστερούμε σε σχέση με τις ευρωπαϊκές περιφέρειες, αλλά ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης των επιδόσεων μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην Κρήτη, που διακρίνετε τις μεγαλύτερες ανάγκες για επένδυση σε υποδομές;
Στην περιφέρεια της Κρήτης έχουμε ανάγκη έργων υποδομής, βασικών έργων υποδομής, και συγκεκριμένα στον τομέα των μεταφορών. Μας λείπει ένα σύστημα μεταφορών –και το περιγράφω ως σύστημα- διότι περιλαμβάνει δρόμους, λιμάνια και αεροδρόμια. Επειδή είμαστε νησί, επειδή δηλαδή υπάρχει γεωγραφική απομόνωση, ο μόνος τρόπος προκειμένου να διακινούνται άνθρωποι και αγαθά, είναι οι αεροπορικές και οι θαλάσσιες μεταφορές. Δυστυχώς, το σκορ εδώ είναι χαμηλό.
Χρειάζονται όμως δημόσιοι πόροι, είτε ευρωπαϊκοί, είτε ελληνικοί για την κατασκευή, συντήρηση και λειτουργία του αεροπορικού, οδικού και λιμενικού συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν ευχής έργον να είχαμε δημόσια χρήματα για την κατασκευή του βόρειου οδικού άξονα Κρήτης, και να μη χρειαστεί να πάμε σε διαδικασία σύμβασης–παραχώρησης, η οποία χρηματοοικονομικά κοστίζει περισσότερο: δηλαδή με την αποπληρωμή των αντίστοιχων δανείων θα πληρώσουμε πολλές φορές περισσότερο το κόστος σε σχέση με το αν γινόταν ως δημόσιο έργο.
Το πρόβλημα εδώ είναι η έλλειψη πόρων, για αυτό καταφεύγουμε στο δανεισμό μέσω της σύμβασης παραχώρησης. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με το νέο διεθνές αεροδρόμιο της Κρήτης στο Καστέλι, ενώ για το θέμα των λιμανιών εξετάζεται η πιθανότητα συμβάσεων παραχώρησης σε τρίτους.
Όλα αυτά θα ήταν πάρα πολύ καλά να γίνουν με ευρωπαϊκά και εθνικά χρήματα διότι είναι δημόσιες υποδομές, χρήσιμες για τη μεταφορά ανθρώπων και αγαθών.