Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη
«Αν έπρεπε να μιλήσω σήμερα για την αρχιτεκτονική, θα έλεγα πως είναι μάλλον τελετουργία παρά δημιουργική διαδικασία… Η τελετουργία μάς παρέχει την ανακούφιση της συνέχειας, της επανάληψης, μας υποχρεώνει σε έμμεσες παραλείψεις, γιατί χωρίς τη δυνατότητα εξέλιξης, η κάθε αλλαγή θα ισοδυναμούσε με καταστροφή».
Αλντο Ρόσι
Περίμενα να κατακαθίσει ο κουρνιαχτός από τις «θερμές» κριτικές, μεταξύ άλλων και συναδέλφων αρχιτεκτόνων, που μέσω του Διαδικτύου κυρίως αλλά και του Τύπου εξέφρασαν τη γνώμη τους για το Α΄ βραβείο του διαγωνισμού του άξονα και της πλατείας Αριστοτέλους, απαξιώνοντας συχνά τον θεσμό των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών –που αποτελεί την εγκυρότερη διαδικασία ανάθεσης και παραγωγής ποιοτικού έργου–, για να παραθέσω τη δική μου θεώρηση για τη μελέτη που διακρίθηκε, αλλά και μερικές σκέψεις για το τι συνιστά κριτική.
Μερικά από τα κριτικά σχόλια που δέχτηκε η μελέτη, θέτουν ερωτήματα ως προς τη σκοπιμότητά τους, ειδικά όταν αποσιωπώνται βασικά χαρακτηριστικά της πρότασης ή περιγράφονται στοιχεία με τρόπο που συμβάλλει στην παραπληροφόρηση. Η κριτική που περνάει μέσα από τα μέσα ενημέρωσης απευθύνεται στη συνείδηση όλων, διαμορφώνει συνειδήσεις. Μια γόνιμη κριτική όμως, αυτή που επάξια χαρακτηρίζεται ως τέτοια, αποσκοπεί στο να αποκαταστήσει όρους πρόσληψης, κατανόησης του έργου και των αρχών του, και δεν περιορίζεται μόνο στην εύρεση σφάλματος. Συμβάλλει στην εκπαίδευση του κοινού και δημιουργεί γόνιμο διάλογο. Η κριτική είναι μια πρακτική που απαιτεί ορισμένη ποσότητα υπομονής, με τον ίδιο τρόπο που η ανάγνωση, σύμφωνα με τον Νίτσε, απαιτούσε να ενεργούμε περισσότερο σαν αγελάδες παρά σαν άνθρωποι και να μάθουμε την τέχνη του αργού μηρυκασμού, επισημαίνει η Tζούντιθ Μπάτλερ. Ας μη σπεύδουμε, λοιπόν, στη διατύπωση της κρίσης μας και ας μην παρασυρόμαστε από την ευκολία των social media του Διαδικτύου.
Ο άξονας της Αριστοτέλους αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της πόλης σύμφωνα με το σχέδιο του Ερνέστ Εμπράρ, που διαμόρφωσε τον σύγχρονο ιστό της μετά την πυρκαγιά του 1917. Αντικατέστησε τον άξονα της Αγίας Σοφίας, που συνέδεε την παλιά πόλη με τη θάλασσα, και δημιούργησε τον μνημειακό άξονά της με κατάληξη την ομώνυμη πλατεία. Μια μινιμαλιστική προσέγγιση επέλεξαν οι μελετητές, που διακρίθηκαν παμψηφεί με το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό, προκειμένου να σχεδιάσουν την κατεξοχήν πλατεία της πόλης, την Αριστοτέλους, και τον άξονα. Σεβόμενοι την ιστορικότητά του, εμπλούτισαν τον χώρο διαμορφώνοντας τόπους για περιδιάβαση, στάση και παιχνίδι. Ο άξονας διαμορφώνεται σε έναν «κατοικημένο» δρόμο. Αυτός ο κυρίαρχος άξονας της πόλης παραμένει σήμερα ανενεργός, καθώς το παρτέρι που καταλαμβάνει το κέντρο του λειτουργεί μονοσήμαντα ως διαχωριστικό στοιχείο, επιτρέποντας μόνο τη θέασή του από μακριά. Οι μελετητές διαμορφώνουν τρεις διακριτούς, ως προς τη σημασία τους, τόπους: το κατώφλι – πύλη, τον άξονα και την πλατεία.
Το κατώφλι – πύλη
«Φυσικούς κίονες», όπως αποκαλεί ο Σαρλ Μποντλέρ τους ψηλόκορμους φοίνικες, επέλεξαν για να διαμορφώσουν τον τόπο μετάβασης από την πολύβουη Εγνατίας στην επικράτεια του πεζού, στον άξονα. Ενα σημείο άρθρωσης, συρραφής, την πύλη-κατώφλι, που σηματοδοτεί την «είσοδο», χωρίς να εμποδίζει το βλέμμα να διαπεράσει τον χώρο μέχρι τη θέαση της θάλασσας και του μακρινού ορίζοντα, αλλά και αντίστροφα προς το βόρειο τμήμα, την Ανω Πόλη.
Με αφορμή το Α΄ βραβείο του διαγωνισμού του άξονα και της πλατείας Αριστοτέλους Θεσσαλονίκης.
Ο άξονας
Ο δρόμος, το δωμάτιο της κοινότητας, ανοιχτό σε κάθε είδους χρήση και πάνω απ’ όλα τόπος συναντήσεων, αποτελεί το πραγματικό νόημα της πόλης. Ο άξονας της Αριστοτέλους διαμορφώνεται σε μια αλληλουχία υποενοτήτων – δωματίων, που επηρεάζονται και συνομιλούν με τον περιβάλλοντα ιστό της πόλης, όπως η ανοιχτή αγορά σε αναφορά με τις παρακείμενες αγορές Μοδιάνο, Βλάλη κ.ά. Αποτελούν τόπους με διακριτή ταυτότητα, που δεν αλλοιώνουν όμως τη συνέχεια, την ενότητά του. Η επιλογή διαφορετικών φυλλοβόλων δένδρων, σε απόσταση από τις όψεις των κτιρίων, συμβάλλει στη διάκριση της διαφορετικής ατμόσφαιρας των «αστικών δωματίων» και επιτρέπουν τον τόπο να βιώνεται σε όλες τις κλιματικές συνθήκες.
Η πλατεία
Η πλατεία που προεκτείνεται στη θάλασσα εντείνει τη σημασία αυτού του άξονα, και προβάλλοντας ως εξέδρα στον Θερμαϊκό, θα μπορούσε να δεχθεί θαλάσσιες συγκοινωνίες. Ενισχύει έτσι το όραμα του Δημήτρη Φατούρου και του Λόη Παπαδόπουλου στο πλαίσιο της Θεσσαλονίκης Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, το 1997. Οι εκτοξευτήρες ψεκασμού θα δημιουργήσουν ένα ενδιαφέρον επεισόδιο – περιβάλλον στον κενό χώρο της πλατείας. Η απομάκρυνση των στεγάστρων από τις όψεις των περιβαλλόντων κτιρίων απελευθερώνει τις στοές των κτιρίων της πλατείας από την πιεστική συνύπαρξη. Η επιλογή των φοινίκων συνδέει την αρχή, το κατώφλι, με την απόληξη, την πλατεία. Πιθανόν ωστόσο να ήταν σκόπιμο να επιλεγούν στη θέση τους δέντρα που θα επεκτείνουν τη ζώνη σκίασης των στεγάστρων των καταστημάτων αναψυχής.
Ως κατεξοχήν εργαλεία σχεδιασμού επελέγησαν το νερό και το υλικό των δαπέδων και συμπληρωματικά η φύτευση και ο εξοπλισμός. Το νερό εμφανίζεται σε μια ποικιλία μορφών και ενδυναμώνει την προσμονή της θάλασσας, που απλώνεται στην κατάληξή του. Δημιουργεί μικροκλίμα, μεταλλάσσει τον χώρο κατά τη διάρκεια της ημέρας και των εποχών και αποτελεί ένα παιγνιώδες στοιχείο οικειοποίησης του δημόσιου χώρου. Η επιλογή των υλικών των δαπέδων και η υφή τους είναι ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία στον σχεδιασμό κάθε υπαίθριας διαμόρφωσης. Θα κρίνει κατά πολύ το αποτέλεσμα. Αλλά η εγγραφή του πρότερου ιστού, που επισημαίνεται στο δάπεδο και υπενθυμίζει το παλίμψηστο της πόλης, αποτελεί ένα ενδιαφέρον στοιχείο εμπλουτισμού του επιπέδου του εδάφους. Μια ιδέα σύνδεσης ανθρώπινων δραστηριοτήτων και προϋπαρχόντων ιχνών στο γεωγραφικό και το πολιτισμικό τοπίο. Ευφυώς τα αποκαλούν οι μελετητές «νήματα μνήμης».
Η όλη πρόταση ήπια, χωρίς αρχιτεκτονικές υπερβολές, δημιουργεί την πεποίθηση ότι η εμβάθυνση της μελέτης στα επόμενα στάδια σχεδιασμού θα δημιουργήσει έναν ανανεωμένο τόπο συνάντησης και συναναστροφής στην καρδιά της πόλης, και θα συνομιλήσει με τους άλλους δύο άξονες, που αναπαριστούν διαφορετικές όψεις της: τη σύγχρονη ο άξονας της Αριστοτέλους, τη βυζαντινή ο άξονας της Αγίας Σοφίας, τη ρωμαϊκή ο άξονας της Γούναρη.
Οι πόλεις δεν είναι παγιωμένες και παγωμένες στον χρόνο, «στείροι τόποι» όπου κυριαρχεί μόνον η μνήμη, αλλά τόποι που μπορούν να συνεχίζουν να μεταλλάσσονται ως οργανισμοί εν εξελίξει. Αποψη που υποστηρίζουν πολλοί σύγχρονοι μελετητές ακόμα και για τη Βενετία. Ο ιστορικός της αρχιτεκτονικής Κάρλο Ολμο παρατηρεί πως: «Το αξιοθαύμαστο της ιστορικής πόλης είναι ότι έχει υποστεί διαδοχικούς μετασχηματισμούς […] δίχως οι νέες επεμβάσεις να ακυρώνουν ποτέ τη δυνατότητα νέας ερμηνείας. Και μας παροτρύνει να διαφυλάξουμε την «αμφισημία», έχοντας το θάρρος ν’ αποδεχτούμε το γεγονός ότι οι πόλεις βρίσκονται σε μια φάση μετάβασης, το κρισιμότερο πρόβλημα της οποίας είναι η διαφύλαξη της πολλαπλότητας».
φώτο: Η πρόταση των Αριάδνης Βοζάνη και Εβίτας Φανού με συνεργατες τους Ντορέτ Παναγιωτοπούλου, Γρηγόρη Βουτουφιανάκη και Γιώργο Ρέτσο (φοιτητή) που κέρδισε ομόφωνα το πρώτο βραβείο του διαγωνισμού για την ανάπλαση της πλατείας και του άξονα της Αριστοτέλους.
* Η κ. Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη είναι ομότιμη καθηγήτρια της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, αρχιτέκτων.