έρευνα/κείμενο: Σοφία Σταυριανοπούλου
φωτογραφίες: George Fiorakis
Το 1963 οι νεαροί αρχιτέκτονες Δημήτρης και Σουζάνα Αντωνακάκη είδαν την πολυκατοικία που σχεδίασαν, να στέκει επιβλητική στη συμβολή των οδών Ελλανίκου και Αρχελάου στο Παγκράτι. Η καριέρα τους βρίσκεται στην αρχή της και η πολυκατοικία αυτή είναι μόλις το δεύτερο έργο τους, αλλά οπρωτοποριακός σχεδιασμός της και η τολμηρή σύνθεσή της, την κάνουν να ξεχωρίζει ανάμεσα σε ό,τι προϋπήρχε και σε ό,τι κτίστηκε αργότερα σε αυτή την πολυσύχναστη και πυκνοκατοικημένη πλευρά της πόλης.
Η Αθήνα την εποχή αυτή ζει σε μεγάλο οικοδομικό αναβρασμό.Εξαπλώνεται, ψηλώνει και ”ταμπουρώνεται” πίσω από ένα συνεχές σύστημα δόμησης, που σχεδόν το επιβάλλει ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός για τις γειτονιές της. Τα μικρά σπίτια με τις αυλές τους, ακόμα και όσα βγήκαν αλώβητα από τον πόλεμο, κατεδαφίζονται με ευκολία όταν οι ιδιοκτήτες τους αποφασίζουν να παραχωρήσουν τη θέση τους σε πολυώροφα κτίρια, που θα υψωθούν κατά μήκος των ακόμα χωμάτινων δρόμων λίγο πιο έξω από το κέντρο. Εδώ και κάποια χρόνια, η μεταπολεμική Ελλάδα προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί αναζητώντας νέο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό βηματισμό και η ανάπτυξη του θεσμού της αντιπαροχής είναι ο προσφορότερος τρόπος. Όμως, η μαζική και σε ελάχιστο χρόνο αποπεράτωσης κατασκευή των πολυκατοικιών τα χρόνια αυτά, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους εργολάβους για μορφολογικές αναζητήσεις. Άλλωστε, η ζήτηση διαμερισμάτων είναι τόσο μεγάλη, που κανείς δεν αμφιβάλλει για την έτσι κι αλλιώς και πέρα από αισθητικά κριτήρια πώλησή τους.
Μέσα σε αυτόν τον παροξυσμό δεν λείπουν βέβαια και οι ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι εργολάβοι δηλαδή που όχι μόνο θα εμπιστευτούν τις οικοδομικές επενδύσεις τους στη νέα γενιά αρχιτεκτόνων αλλά θα της επιτρέψουν κιόλας να βρει το χώρο της στην ελληνική αρχιτεκτονική πραγματικότητα. Έτσι, μια νέα αρχιτεκτονική γλώσσα, που όμοιά της δεν είχε ξαναγνωρίσει η Αθήνα, θα μας συστήσουν με την πολυκατοικία της οδού Ελλανίκου 33 ο Δημήτρης και η Σουζάνα Αντωνακάκη.
Η σχεδιαστική λογική του πενταώροφου κτιρίου είναι απλή, για να προβληθεί στην ουσία ο φέρων οργανισμός του, ο οποίος πληρώνεται μόνο από δύο στοιχεία, τα τζάμια και τις κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Έτσι, οι όροφοι διαμορφώνονται από δισδιάστατα και τρισδιάστατα, εναλλασσόμενα μεταξύ τους, γεωμετρικά σχήματα: ορθογώνια παραλληλόγραμμα και τετράγωνα χρησιμοποιούνται για τα ανοίγματα των παραθύρων και των θυρών και πρίσματα για τα διαχωριστικά των μπαλκονιών αλλά και για τους επιμήκεις, προεξέχοντες όγκους – οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες τους χαρακτηρίζουν έρκερ που στο εσωτερικό των διαμερισμάτων χρησιμεύουν ως ντουλάπια-. Στην πραγματικότητα, οι εξωτερικοί τοίχοι έχουν αντικατασταθεί από ανοίγματα, των οποίων η συνέχεια διακόπτεται από τα έρκερ αυτά, ενώ χαρακτηριστικές είναι οι μικρές φωτιστικές θυρίδες, που περιτρέχουν την πάνω πλευρά τους, διαχέοντας όσο το δυνατόν περισσότερο το φυσικό φως στους χώρους της κατοικίας.
Ευχαριστούμε την κα.Μαριάννα Μανιάτη για την ευγενική της χειρονομία να μας παρέχει πρόσβαση στο εσωτερικό του κτιρίου αλλά και για τις φωτογραφίες από το διαμέρισμά της που θα βρείτε επίσης εδώ
Το χρώμα συμπληρώνει την ανάδειξη της γεωμετρίας και η γκρι πολυκατοικίαμοιάζει μέσα στο αστικό περιβάλλον σαν άλλος πίνακας του Mondrian. Κι ενώ πολλές φορές στην ιστορία του design, η χρωματική παλέτα του νεοπλαστικισμού έχει εμπνεύσει τη διακόσμηση κτιρίων, εδώ οι δύο αρχιτέκτονες χρησιμοποιούν τις χρωματισμένες παραλληλόγραμμες και τις τετραγωνικές επιφάνειες για να ενισχύσουν την αφαιρετική διάθεση της κατασκευής τονίζοντας το σκελετό της. Έτσι, οι ποδιές των διπλών παραθύρων βάφονται κίτρινες, ενώ σε αυτές που βρίσκονται στις γωνίες των όψων που κλείνουν τα μπαλκόνια, προστίθεται το μπλε. Το λευκό χρώμα χρησιμοποιείται για τα πάνελ του ισογείου και για τα διαχωριστικά των μπαλκονιών. Με λευκό βάφονται επίσης και τα μέτωπα των μπαλκονιών, τα οποία είναι μονομπλόκ και με εμφανή σε αυτά τα κιγκλιδώματα, αποτελώντας μια ακόμα σχεδιαστική και κατασκευαστική πρωτοτυπία των δύο αρχιτεκτόνων. Γεωμετρική σύνθεση είναι και η εξώθυρα της εισόδου με τις μαύρες, οριζόντιες και κάθετες μεταλλικές γραμμές να σχηματίζουν πλέγμα, όπως το κόκκινο, που κλείνει το παράθυρο δίπλα σε αυτή. Το στιβαρό περίγραμμα του κτιρίου συμπληρώνουν οι τσιμεντένιες στέψεις των μπαλκονιών και του δώματος στο ρετιρέ.
Με προσανατολισμό στη δύση και στο νότο, η ανάγκη για σκίαση υπήρξε μεγάλη και οι ένοικοι της νεόκτιστης πολυκατοικίας δεν άργησαν να τοποθετήσουν τέντες στα μπαλκόνια, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής. Ο πρωτοποριακός σχεδιασμός του κτιρίου κρύφτηκε πίσω από τα πράσινα καραβόπανα-αυτά που στιγμάτισαν τη μεσοαστική αρχιτεκτονική της Ελλάδας μέχρι τη δεκαετία του 80- μένοντας μόνο ο πρώτος όροφος ανοιχτός.
Ακόμα κι έτσι πάντως, κοιτάζοντας που και που ψηλά όταν περπατάμε στην πόλη,δεν είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε την αρχιτεκτονική ομορφιά μιας παρεξηγημένης δεκαετίας, που χάθηκε μέσα στις ανάγκες των ανθρώπων για μια, ας πούμε, ευκολότερη ζωή.