Στα ζητήματα που αφορούν την ενσωμάτωση του υδρογόνου στην γερμανική αγορά ενέργειας εστιάζει ενημερωτική αποδελτίωση που συνέταξε το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Βερολίνο.
Όπως επισημαίνεται στην ενημέρωση, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η γερμανική παραγωγή θα εξαρτάται μελλοντικά από τη χρήση “πράσινου” υδρογόνου, ενώ παράλληλα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναγνωρίζει το γεγονός, ότι χωρίς την εκμετάλλευση του “πράσινου” υδρογόνου δεν θα είναι δυνατόν να υλοποιηθεί οποιαδήποτε ενεργειακή μετάβαση.
Η έκθεση αναφέρεται στο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει μελέτη ερευνητών από το Ινστιτούτο Wuppertal για την Κλιματική Έρευνα, οι οποίοι επικρίνουν το γεγονός ότι η ακολουθούμενη ενεργειακή πολιτική επικεντρώνεται μέχρι σήμερα κυρίως στις εισαγωγές υδρογόνου από το εξωτερικό. Η πολιτική των εισαγωγών, όμως, δεν χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα συμφέρουσα, διότι αφενός απαιτούνται περισσότεροι έλεγχοι για την ποιότητα του εισαγόμενου υδρογόνου και αφετέρου δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία ότι η παραγωγή “πράσινου” υδρογόνου είναι πράγματι φθηνότερη στο εξωτερικό σε σχέση με την εγχωρίως παραγόμενη, όπως σημειώνεται. Καταγράφεται, εξάλλου, ότι χώρες όπως το Μαρόκο και το Ντουμπάϊ προκειμένου να παράγουν και να εξάγουν υδρογόνο, χρειάζονται χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα.
Επίσης, η έκθεση αναφέρεται σε μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Περιφερειακής Ένωσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας της Βορείου Ρηνανίας-Βεστφαλίας, η οποία εστιάζει στα οφέλη της μεγέθυνσης της εγχώριας παραγωγής “πράσινου” υδρογόνου, που θα επιφέρει σταδιακή απεξάρτηση της Γερμανίας από τις εισαγωγές. Προς την κατεύθυνση αυτή, σημειώνεται ότι η λειτουργία μονάδων χωρητικότητας 25 GW στην Γερμανία έως το 2030 αναμένεται να δημιουργήσει 200.000 νέες θέσεις εργασίας και συνολικής αξίας εννέα σχεδόν δισ. ευρώ.
Η ίδια μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία θα πρέπει να εφαρμόσει μία περισσότερο φιλόδοξη πολιτική, όσον αφορά την επέκταση της χρήσης “πράσινου” υδρογόνου επειδή το τρέχον σχέδιο λειτουργίας μονάδος με παραγωγή έως 5 GW έως το 2030 δεν κρίνεται αρκετό για την προώθηση χρήσης νέων ενεργειακών προϊόντων όπως του οικολογικού υδρογόνου.
Στην ενημέρωση του Γραφείου ΟΕΥ σημειώνεται επίσης ότι το περασμένο καλοκαίρι και μετά από συντονισμένες προσπάθειες η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση συμφώνησε σε μία στρατηγική παραγωγής και προώθησης υδρογόνου. Αναφερόμενη σε επιμέρους στοιχεία της στρατηγικής αυτής, η έκθεση επισημαίνει τη χρηματοδότηση με 7 δισ. ευρώ για την εφαρμογή της νέας τεχνολογίας του “πράσινου” υδρογόνου στο εσωτερικό της χώρας και επιπλέον πέντε δις ευρώ για την προώθηση διεθνών συνεργασιών.
Ακόμα, η ίδια στρατηγική προβλέπει την πλήρη λειτουργία και χρήση υδρογόνου για την παραγωγή πέντε GW έως το 2030 και άλλα επιπλέον 5 GW τα οποία θα ενισχύσουν το όλο σύστημα έως το 2035.
Όπως αναφέρεται, σύμφωνα με τον αρμόδιο επίτροπο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για θέματα ενέργειας στο τομέα του “πράσινου” υδρογόνου, κ. Stefan Kaufmann, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν επικρίνεται για πρώτη φορά για την στρατηγική της, ενώ όπως υποστηρίζει χρειάζεται να γίνει ένα άλμα προς τα εμπρός αντί των μικρών βημάτων που γίνονται έως τώρα.
Τέλος, γίνεται αναφορά σε έναν επιπλέον παράγοντα η επίδραση του οποίου είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εκ των προτέρων: το κόστος μεταφοράς αλλά και το κόστος για τις νέες υποδομές που απαιτούνται για την παραγωγή και διανομή του υδρογόνου.
Επ’ αυτού, αναφέρεται η επισήμανση εκ μέρους ειδικών από το Ινστιτούτο Wuppertal, σύμφωνα με την οποία η παραγόμενη ηλιακή ενέργεια από το Μαρόκο είναι πολύ φθηνότερη από την ηλιακή ενέργεια στην Νότιο Γερμανία. Όμως στο μέλλον, με το μειωμένο κόστος λειτουργίας των φωτοβολταϊκών συστημάτων, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι σχεδόν το ίδιο.