Παναγιώτης Γαλάνης,
Δικηγόρος/Νομ. Σύμβουλος Περιβαλλοντικού-Πολεοδομικού Δικαίου και Δικαίου της Ενέργειας, Υπ. Δρ. Νομικής ΕΚΠΑ
panagiotisgln@gmail.com, www.pgalanislaw.gr
Με αφορμή τις πρόσφατες πυρκαγιές, το ζήτημα της αναδάσωσης προς πλήρη ανάκτηση της δασικής μορφής των καμένων εκτάσεων αναφύεται επιτακτικό. Ωστόσο, προκύπτουν πολλά νομικά ζητήματα από την ίδια την κήρυξή της. Η αναδάσωση ως μέσο επανορθωτικό της καταστραφείσας δασικής βλάστησης έχει συνταγματικό θεμέλιο και ανιχνεύεται και σε πολλές διατάξεις του κοινού νόμου. Σε επίπεδο διοικητικού δικαίου, η κήρυξη της αναδάσωσης συνδέεται με την κατάφαση των συνταγματικών (αντικειμενικών) προϋποθέσεων και μόνο (αποψίλωσης ή καταστροφής της βλάστησης), συνεπώς προηγούμενη ακρόαση του διοικουμένου δεν απαιτείται πριν την απόφαση αναδάσωσης.
Η αδιαμφισβήτητητη ανάγκη προστασίας τόσο του διοικουμένου, όσο και της ορθής διοικητικής λειτουργίας (προς πραγμάτωση του συνταγματικού σκοπού περιβαλλοντικής προστασίας) επιβάλλουν την ύπαρξη νόμιμης αιτιολογίας, καθώς και την ανάκληση παράνομης πράξης κήρυξης που το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει.
Ανάγκη πληρότητας αιτιολογίας αναδάσωσης
Όπως γίνεται δεκτό, η απόφαση για την αναδάσωση πρέπει να φέρει πλήρη αιτιολογία, ως προς τον χαρακτηρισμό της κηρυσσόμενης έκτασης ως δάσους ή δασικής έκτασης και ως προς το γεγονός της καταστροφής της δασικής βλάστησης.
Η αιτιολογία είναι πλήρης, όταν προκύπτει από το φάκελο ότι η επίδικη έκταση είναι καταγεγραμμένη στο προσωρινό δασικό κτηματολόγιο και δη περιέχεται σε μία ευρύτερη περιοχή που χαρακτηρίζεται δάσος, ενώ, επίσης, όταν η θέση και τα όρια της αναδασωτέας έκτασης προκύπτουν (ευχερώς) από την προσβαλλομένη και το προσαρτηθέν σε αυτή τοπογραφικό διάγραμμα.
Πλημμέλεια της αιτιολογίας – έννομη προστασία
Αντίθετα, πλημμελής κρίνεται νομολογιακά η αιτιολογία, μεταξύ άλλων, όταν δεν προκύπτουν τα κατά νόμο αναγκαία για την έκδοση της πράξης, όπως για παράδειγμα, όταν δεν γίνεται ούτε στο σώμα της πράξης ούτε στην έκθεση αυτοψίας αναφορά στην πυκνότητα της βλάστησης της έκτασης, αλλά ούτε και στις γειτονικές εκτάσεις. Απαιτείται να μην καταλείπεται καμία αμφιβολία για τη φύση, τα όρια και το εμβαδόν της έκτασης, αφού από τον ακριβή προσδιορισμό των στοιχείων αυτών θα κριθεί εάν η μορφή, η φύση και η πυκνότητα της φυόμενης στην έκταση βλάστησης προσέδιδε σε αυτήν, πριν από την καταστροφή ή την (παράνομη) εκχέρσωσή της, τον δασικό χαρακτήρα, ο οποίος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κήρυξη της αναδάσωσης.
Γενικότερα, όπως γίνεται δεκτό από το Συμβούλιο της Επικρατείας, επί χαρακτηρισμού εκτάσεως, η οποία έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, τα πραγματικά στοιχεία που διαπιστώνονται με τις διοικητικές πράξεις που εκδίδονται κατά τη διαδικασία χαρακτηρισμού της έκτασης, μπορούν να ληφθούν υπ’ όψη από το Δικαστήριο κατά τον έλεγχο της αιτιολογίας της πράξης κήρυξης της αναδάσωσης.
Επί τυχόν πλημμελούς αιτιολογίας της πράξης αναδάσωσης, ο διοικούμενος μπορεί να προστατευτεί με την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά της πράξης.