Του Δημήτρη Ι. Βακαλόπουλου
Μία δεκαετία μετά την είσοδο της Ελλάδας στα προγράμματα διάσωσης, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμη καταφέρει να περιορίσουν το κόστος του συνταξιοδοτικού συστήματος. Και η πρόσφατη απόφαση να αυξηθούν οι συντάξεις υποδεικνύει ότι το συνταξιοδοτικό κόστος θα αυξηθεί, αντί να μειωθεί, τα επόμενα χρόνια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας, υπήρξε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των κυβερνήσεων και των πιστωτών. Η Ελλάδα δαπανά ένα δυσανάλογο ύψος δημόσιων κεφαλαίων για τις συντάξεις και για χρόνια παρέμενε απρόθυμη να προχωρήσει στις περικοπές που απαιτούνται για να βάλει τα δημόσια οικονομικά της σε μια πιο βιώσιμη πορεία.
Με αφορμή όμως το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα πρέπει να τονίσουμε και κάτι πολύ σημαντικό. Η εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 4387/2016, δεν περιόρισε τα προβλήματα μόνο στο χρηματικό σκέλος της όλης υπόθεσης, αλλά δημιούργησε και άπειρα προβλήματα στους επαγγελματίες και στους υπαλλήλους των ταμείων, γεννώντας ακόμα ένα τμήμα της γραφειοκρατίας που ήρθε να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα.
Το ασφαλιστικό κινδύνευσε και έφτασε κατά πολύ να χαρακτηριστεί ως ο κυριότερος λόγος ώστε να μην επιχειρεί και να μην επενδύει κάποιος στη χώρα μας, αφού εκτός των υπέρογκων εισφορών το “πακέτο” εμπεριείχε και την τεράστια ταλαιπωρία της γραφειοκρατίας. Πλην όμως για πρώτη φορά υφίσταται μια πλήρης αναλογιστική μελέτη για κύριες και επικουρικές συντάξεις που διανύει 50 χρόνια έως το 1970 και συνοδεύει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης η οποία βασίζεται στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση, οι συντάξεις είναι πλήρως εξασφαλισμένες έως το 2070 ενώ την ίδια ώρα η συνταξιοδοτική δαπάνη βαίνει μειούμενη. Σύμφωνα με τη μεταρρύθμιση (reform scenario), η δαπάνη για παροχές από 15,6% του ΑΕΠ το 2018, μειώνεται στο 12,9% το 2030, στο 12,8% το 2055 και εκτιμάται σε 11,9% του ΑΕΠ για το 2070, προσεγγίζοντας το μέσο όρο της ευρωζώνης.
Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης είναι τα εξής:
1. Μεσομακροπρόθεσμα εκτιμάται ότι το ανταποδοτικό/αναλογικό τμήμα των παροχών σχεδόν καλύπτεται από τα έσοδα από εισφορές και με τις παρούσες δημογραφικές και μακροοικονομικές παραδοχές το σύστημα ισορροπεί.
2. Η συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ μεσομακροπρόθεσμα, κινείται εντός των ορίων του μέσου όρου της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ των χωρών της Ευρωζώνης.
3. Στο status quo scenario, όπως και στο reform scenario, ο λόγος συνταξιούχων προς εισφέροντες προβλέπεται ότι βαίνει αυξανόμενος και από 0,54 το 2018 καταλήγει στο 0,62 το 2070. Αυτό σημαίνει ότι 10 ασφαλισμένοι εισφέρουν στο σύστημα για να καλυφθούν οι παροχές 6 συνταξιούχων.
4. Η διαφορά της συνταξιοδοτικής δαπάνης της κύριας ασφάλισης μεταξύ της μεταρρύθμισης (reform scenario) και του ισχύοντος συστήματος (status quo scenario) στα τελευταία έτη της προβολής, οφείλεται στην αύξηση των ετησίων συντελεστών αναπλήρωσης από τα 30 έτη ασφάλισης και άνω, καθώς και στην αλλαγή των εισφορών των αυτοαπασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών.
5. Η διαφορά της συνταξιοδοτικής δαπάνης της επικουρικής ασφάλισης μεταξύ της μεταρρύθμισης (reform scenario) και του ισχύοντος συστήματος (status quo scenario) βραχυπρόθεσμα, οφείλεται στην κατάργηση της περικοπής των επικουρικών συντάξεων.
6. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σενάρια για την επιλογή ασφαλιστικής κλάσης των μη μισθωτών. Σύμφωνα με τη μελέτη έγινε η παραδοχή ότι περίπου το 80% των ασφαλισμένων αυτοαπασχολουμένων, ελεύθερων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ θα επιλέξει την 1η ασφαλιστική κατηγορία εισφορών. Αν το ποσοστό που επιλέγει η χαμηλή υποχρεωτική κατηγορία αυξηθεί στο 90% το σύστημα δεν παρουσιάζει σημαντική διαφοροποίηση.
Στα θετικά της νέας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης προσμετράται η αύξηση στα ποσοστά αναπλήρωσης για χρόνο ασφάλισης μεγαλύτερο των 30 ετών, αλλά και το ότι μειώνονται οι εισφορές της μισθωτής εργασίας για επιδόματα ανεργίας, εργατική κατοικία και εργατική εστία, καταργείται το ανώτατο όριο του αθροίσματος κύριας και επικουρικής σύνταξης, θεσπίζεται προαιρετική ασφάλιση για λήψη επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής και ολοκληρώνεται η ενοποίηση των ασφαλιστικών φορέων με την ένταξη του ΕΤΕΑΕΠ στον ΕΦΚΑ. Επίσης, καταργείται η 13η σύνταξη και η εξοικονόμηση που προκύπτει (0,5% του ΑΕΠ) κατευθύνεται στη συμμόρφωση με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και σε άλλες πολιτικές κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας. Η πιο σημαντική όμως αλλαγή που εισάγει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο είναι η αποσύνδεση των εισφορών από το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, με τη θέσπιση έξι κατηγοριών εισφορών από τις οποίες μπορεί να επιλέξει ελεύθερα ο ασφαλισμένος. Πρόκειται ουσιαστικά για επαναφορά του καθεστώτος που τροποποίησε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του νόμου 4387/2016, στα πλαίσια εξορθολογισμού του συστήματος και ίσης μεταχείρισης των ασφαλισμένων, αυτοαπασχολούμενων ή μισθωτών. Η ακύρωση αυτής της μεταρρύθμισης επανεισάγει την ευνοϊκότερη μεταχείριση των ελεύθερων επαγγελματιών σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, μια από τις βασικές αιτίες των ιδιαίτερα υψηλών ποσοστών αυτοαπασχόλησης (χωρίς προσωπικό) που καταγράφει διαχρονικά η χώρα μας (22% έναντι 9% στην Ευρωζώνη) με αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική παραγωγικότητα και στα δημόσια έσοδα.
Όμως υφίσταται και προβληματισμός ο οποίος έγκειται στη “βεβαιότητα” της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και κατ’ακολουθίαν του ν/σ να θεωρεί ως δεδομένη τη φθίνουσα πορεία τού πληθυσμού των Ελλήνων, τη ΜΗ λήψη αποτελεσματικών μέτρων για την ανακοπή τής επερχόμενης αυτής εθνικής καταστροφής και τη γήρανση του πληθυσμού. Οι παράγοντες αυτοί αποτελούν τον προάγγελο της συρρίκνωσης της χώρας μας, η οποία μεταβάλλεται με γοργούς ρυθμούς σε δευτερεύουσα-συμπληρωματική οικονομία και κοινωνία εν σχέσει με τις κεντροευρωπαϊκές, ανεξαρτήτως αν παρουσιάζει ή όχι θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Επίσης παρά το γεγονός ότι το 90% των ελευθέρων επαγγελματιών θα έχει αύξηση 20% στις εισφορές του, επανέρχεται το άδικο σύστημα των κλάσεων που ευνοεί τα υψηλά εισοδήματα σε βάρος των χαμηλών και των μεσαίων. Στο επιχείρημα μάλιστα ότι οι υψηλότερες εισφορές σημαίνουν και υψηλότερες συντάξεις, επισημαίνεται ότι πλέον η υψηλότερη εισφορά καθίσταται υποχρεωτική για όλους, θίγοντας προφανώς τους επαγγελματίες των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων.
* Ο κ. Δημήτρης Ι. Βακαλόπουλος είναι Δικηγόρος ΕΦΚΑ και υποψήφιος Διδάκτωρ ΕΜΠ