Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των νεών είναι η στέγαση τους καθώς η οικονομική κατάσταση δεν επιτρέπει στις περισσότερες περιπτώσεις των νέων ζευγαριών την απόκτηση κάποιου ιδιόκτητου σπιτιού.
Στα πλαίσια της στεγαστικής πολιτικής, ορθά η κυβέρνηση προχώρησε στην εξαγγελία ενός νέου προγράμματος για την απόκτηση κατοικίας νέων ζευγαριών. Το πρόγραμμα «Σπίτι μου» είναι ένα κοινωνικό πρόγραμμα για τη διευκόλυνση της απόκτησης στέγης, που στόχο έχει να απαλλάξει τους νέους από σημαντικά κόστη, αβεβαιότητες και προβλήματα.
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου» πέρα από τα εισοδηματικά και ηλικιακά κριτήρια περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία για τα ακίνητα που μπορούν να αγοραστούν:
- Επιδοτούμενο στεγαστικό δάνειο με όριο τις 150.000 ευρώ
- Πλαφόν 200.000 ευρώ στην αξία του ακινήτου
- Ακίνητα κατασκευασμένα έως το έτος 2007.
Σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει από το υπουργείο ορθά το όριο των 150.000 ευρώ για το ποσό του δανείου όπως και το πλαφόν 200.000 ευρώ στην αξία του ακινήτου είναι η χρυσή τομή ανάμεσα στα όρια που θέτει η αγορά και την ανάγκη να ενταχθούν στο πρόγραμμα όσο το δυνατόν περισσότεροι ωφελούμενοι.
Το πρόβλημα που εντοπίζεται στους ορούς του προγράμματος, όπως αυτοί έχουν ανακοινωθεί, έγκειται στον περιορισμό του έτους κατασκευής των κατοικιών που επιδοτεί το πρόγραμμα καθώς αφορά μόνο παλιά ακίνητα κατασκευασμένα έως το 2007.Με βάση τα παραπάνω προκύπτει εύλογα το ερώτημα:
Γιατί θα πρέπει υποχρεωτικά ένα νέο ζευγάρι, μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου», να αγοράσει ένα παλιό σπίτι κατασκευασμένο έως το 2007, χωρίς σύγχρονες προδιαγραφές ασφάλειας και ενεργειακής απόδοσης, ενώ με τα ίδια χρήματα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας μπορεί να αγοράσει ένα καινούργιο σπίτι που τηρεί όλες τις σύγχρονες προδιάγραφες;
Στην εποχή της ραγδαίας ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας σε θέματα ασφάλεια, στατικής επάρκειας και ενεργειακής απόδοσης θεωρούμε άτοπο και ανεπίκαιρο η κυβερνητική στεγαστική πολιτική να επιδοτεί μέσω προγραμμάτων την αγορά μόνο παλαιών κατοικιών κατασκευασμένων έως το 2007. Πως και με ποια κριτήρια θα επιδοτηθεί η αγορά ενός παλιού κτίσματος; Θα ελεγχθεί η στατική του επάρκεια; Θα ελεγχθεί η ενεργειακή του απόδοση, η απαραίτητη σήμερα ήλεκτρο-μηχανολογική λειτουργικότητα μιας κατοικίας όπως και πολλά άλλα στοιχεία ώστε το σπίτι να έχει την απαιτούμενη σύγχρονη υποδομή για να αποτελεί ένα ασφαλή χώρο κατοίκισης και όχι μια παγίδα ίσως “κουκουλωμένη” με μονώσεις και όμορφα υλικά, η οποία όμως «καταρρέει» σε ένα σεισμό, όπως συνέβη πρόσφατα και στη Θεσσαλία αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί πως:
- Ο Κανονισμός Ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων ΚΕΝΑΚ ξεκίνησε να εφαρμόζεται το 2010 με την τελευταία τροποποίηση σύμφωνα με τις σύγχρονες προδιαγραφές να γίνεται το 2017 δηλαδή πολλά χρόνια μετά το έτος 2007 που ορίζεται στο πρόγραμμα. Επομένως τα περισσότερα αν όχι όλα τα σπίτια που επιδοτεί το πρόγραμμα δεν τηρούν τις σύγχρονες ενεργειακές προδιαγραφές δηλαδή καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ενέργειας.
- Ο νέος αντισεισμικός κανονισμός (ΕΑΚ-2000) ξεκίνησε να εφαρμόζεται από το 2001 και έπειτα, έχοντας υλοποιηθεί πολλές βελτιώσεις και τροποποιήσεις στα χρόνια που ακολούθησαν, με την τελευταία τροποποίηση με βάση τα σύγχρονα δεδομένα να γίνεται το 2010. Κατά συνέπεια τα περισσότερα σπίτια που επιδοτεί το πρόγραμμα είναι με παλιούς αντισεισμικούς κανονισμούς με σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια των διαμενόντων σε αυτά σε σχέση με τις νέες κατασκευές. Ο σεισμός στην Αθήνα το 1999 αλλά και οι σεισμοί σε όλη την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αποδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο την αξία μιας κατασκευής που τηρεί τις σύγχρονες στατικές προδιαγραφές για την ασφάλεια των πολιτών.
- Ο νέος οικοδομικός κανονισμός (ΝΟΚ) που περιέχει σημαντικές βελτιώσεις στον τρόπο δόμησης σε σχέση με το παρελθόν, ξεκίνησε να εφαρμόζεται από το 2012 και έπειτα. Επομένως όλα τα σπίτια που επιδοτεί το πρόγραμμα δεν βασίζονται στον ΝΟΚ αλλά σε παλαιότερους οικοδομικούς κανονισμούς.
- Οι νέοι κανονισμοί κατασκευής ανελκυστήρων εφαρμόστηκαν από το έτος 2000 και έπειτα σύμφωνα με τους οποίους αυστηροποιήθηκε το πρότυπο κατασκευής ανελκυστήρων (ώστε να είναι ασφαλέστεροι) και επιβλήθηκε η σήμανση CE σε όλα τα κατασκευαστικά στοιχεία του ανελκυστήρα. Επομένως τα περισσότερα από τα κτίρια που επιδοτεί το πρόγραμμα, έχουν ανελκυστήρες που δεν τηρούν τα σύγχρονα ασφαλή δεδομένα.
- Το 2018 επιβλήθηκε ο νέος κανονισμός πυρασφάλειας για τα κτίρια εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη ασφάλεια σε περίπτωση πυρκαγιάς για τους διαμένοντες σε αυτά. Τα ακίνητα που επιδοτεί το πρόγραμμα δεν έχουν τις σύγχρονες προδιαγραφές πυρασφάλειας.
- Το 2006 ξεκίνησε η πλήρης εφαρμογή του ΕΛΟΤ HD 384 σύμφωνα με το οποίο ορίζει την υποχρέωση εγκατάστασης διατάξεων διαφορικού ρεύματος για την κάλυψη όλων των κυκλωμάτων ισχύος σε νέες εγκαταστάσεις. Ορίζει επίσης σαν βασική γείωση την θεμελιακή. Τα παραπάνω δημιουργούν ασφαλέστερες ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις στα κτίρια. Επομένως και σε αυτή την περίπτωση η πλειοψηφία των ακίνητων που επιδοτεί το πρόγραμμα δεν έχουν τις σύγχρονες ασφαλείς ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις.
- Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας οι τιμές των νεόδμητων ακινήτων που τηρούν όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές, είναι αρκετά κάτω από το όριο των 200.000,00€ του προγράμματος «Σπίτι μου». Ενδεικτικά στη Θεσσαλία οι τιμές των νεόδμητων κατοικιών που μπορούν να στεγάσουν τις ανάγκες ενός νέου ζευγαριού κυμαίνονται περίπου από 1250,00€/τ.μ. έως 2000,00€/τ.μ. Επομένως η απόκτηση ενός νεόδμητου σύγχρονου σπιτιού περίπου 100τμ κυμαίνεται από 125.000,00€ έως 200.000,00€ ανάλογα την περιοχή, αποδεικνύοντας στην πράξη πως μπορούν να επιδοτηθούν για αγορά και νεόδμητα ακίνητα μέσω του προγράμματος.
Γίνεται αντιληπτό λοιπόν πως είναι απαραίτητη η απαλοιφή του χρονικού περιορισμού της κατασκευής των κατοικιών που εντάσσονται στο πρόγραμμα «Σπίτι μου», δηλαδή απαλοιφή του ορού «ακίνητα κατασκευασμένα έως το 2007». Είναι δίκαιο και ορθότερο ο υποψήφιος αγοραστής να μπορεί να επιλέξει, πέρα από τα παλιά ακίνητα με τους κινδύνους που εγκυμονούν, και νεόδμητα ακίνητα, όπου αυτό είναι δυνατό, ώστε να αποκτήσει τελικά ένα ασφαλές, λειτουργικό, οικονομικό και μη ενεργοβόρο ακίνητο συμβάλλοντάς και στην προστασία του περιβάλλοντος.
Θεωρούμε πως η εξαγγελία του προγράμματος «Σπίτι μου», για επιδότηση αγοράς παλιών ακίνητων κατασκευασμένων έως το έτος 2007, δεν εξυπηρετεί σε καμία περίπτωση τον σκοπό του προγράμματος, καθώς συχνά οδηγεί σε αγορές ακατάλληλων, πολυδάπανων και ενεργοβόρων ακινήτων, ενώ με τα ίδια χρήματα μπορούν να αγοραστούν νεόδμητες κατοικίες τηρώντας όλες τις σύγχρονες προϋποθέσεις ασφάλειας και ενεργειακής απόδοσης.
Επιπλέον, επειδή το πρόγραμμα «Σπίτι μου» είναι ένα κοινωνικό πρόγραμμα για τη διευκόλυνση της απόκτησης στέγης διαθέτοντάς ένα συγκεκριμένο ποσό, θεωρούμε ότι δεν είναι σωστό να επιδοτεί για αγορά παλιά ακίνητα «πολυτελούς κατασκευής» μέσω εντυπωσιακών πολυτελών ανακαινίσεων κλπ αμφιβόλου ασφάλειας. Αντιθέτως είναι αναγκαίο διαθέτοντας το ίδιο χρηματικό ποσό να κατευθύνει σωστά τους νέους σε νεόδμητα, λειτουργικά, ασφαλή και σύγχρονα ακίνητα που δίνουν πραγματικά λύση στο πρόβλημα στέγασης τους παρέχοντας τους στατική και ενεργειακή ασφάλεια.
Επιπρόσθετα κρίνεται αναγκαίο να υπάρχει άμεσα διευκρίνηση των όρων του προγράμματος «Σπίτι μου» καθώς από την ημέρα της ανακοίνωσης του και έπειτα η αγορά ακινήτων έχει σχεδόν παγώσει. Συγκεκριμένα η πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων αγοραστών ακινήτων αναμένει τους όρους του προγράμματος προκειμένου να γνωρίζουν εάν μπορούν να ενταχθούν σε αυτό ή όχι. Αποτέλεσμα της παραπάνω κατάστασης είναι να υπάρχει στάση αναμονής από όλους τους υποψήφιους αγοραστές καθώς ελπίζουν πως θα ενταχθούν στο πρόγραμμα. Απαιτείται λοιπόν άμεση διευκρίνηση των όρων, προκειμένου να γνωρίζουν οι πολίτες εάν εντάσσονται ή όχι σε αυτό, προκειμένου να αποφασίσουν να προχωρήσουν σε αγορές εκτός προγράμματος. Η αγορά είναι κάτι δυναμικό που επηρεάζεται άμεσα από τέτοιου είδους εξαγγελίες και δεν υπάρχει το χρονικό περιθώριο των έξι μηνών προκειμένου να τρέξει το πρόγραμμα καθώς εξαγγέλθηκε Σεπτέμβριο και αναμένεται να τρέξει μέσα στο 2023.
Τέλος πέρα από το πρόγραμμα «Σπίτι μου», θεωρούμε απαραίτητο να παρέχονται εγγυήσεις του Ελληνικού δημοσίου ως ενίσχυση της πιστοληπτικής ικανότητας των εργαζομένων ιδιωτικού τομέα και δημοσίου (μη-μόνιμων υπαλλήλων) για στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας και συγχρόνως να πιεστούν οι τράπεζες για την μείωση των βασικών επιτοκίων χορηγήσεων ώστε να ισοσταθμίζεται η ραγδαία αύξηση του Ευρωπαικού επιτοκίου (Euribor) για τα στεγαστικά δάνεια.
Με εκτίμηση
Τσιώνας Βασίλειος
Πρόεδρος Αντιπροσωπείας ΤΕΕ Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας