Arpad Cseh
Η πίεση που ασκούν οι υψηλές τιμές ενέργειας επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι τιμές των αιολικών και των φωτοβολταϊκών συνδεόνται με τις τιμές αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού. Οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές για ανανεώσιμο ρεύμα εκτοξεύτηκαν παρόλο που δεν αυξήθηκε το κόστος τους.
Οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν αυτή την αναντιστοιχία μέσω τιμολογιακών ελέγχων, φορολόγησης των υπερκερδών και στήριξης των καταναλωτών. Παρόλο που τέτοιες παρεμβάσεις μπορούν να εξομαλύνουν τις έντονες πιέσεις βραχυπρόθεσμα, δεν θα πρέπει να θεωρούνται μακροπρόθεσμες λύσεις, καθώς οδηγούν σε ανεπιθύμητες συνέπειες. Ο νέος σχεδιασμός της αγοράς μπορεί να προσφέρει καλύτερες λύσεις.
Τα μειονεκτήματα της τωρινής αρχιτεκτονικής της χονδρικής αγοράς
Με βάση τους κανόνες Pay-as-clear, η τιμή όλουτου ηλεκτρισμού στη χονδρική αγορά καθορίζεται από την πιο ακριβή μονάδα.
Η προσέγγιση αυτή προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα και υπηρέτησε καλά το ηλεκτρικό σύστημα όπου κυριάρχησαν οι κατανεμόμενες μονάδες και τα διαφορετικά μεταβλητά κόστη, εξασφαλίζοντας ότι οι παραγωγοί αντιδρούν στα τιμολογιακά σήματα.
Όμως, η καταλληλότητα και η βιωσιμότητά της είναι αμφισβητούμενη καθώς το μερίδιο των ΑΠΕ αυξάνεται. Η παραγωγή τους δεν μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί προς απάντηση βραχυπρόθεσμων τιμολογιακών σημάτων, εκμηδενίζοντας τα οφέλη απόδοσης από τη σύνδεση της τιμής τους με το μεταβλητό κόστος άλλων τεχνολογιών.
Κοιτάζοντας μπροστά, ακόμα και όταν τα αιολικά και τα φ/β γίνουν η μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρισμού, η τιμή θα συνδέεται με το αέριο, μια κατάσταση που θα αρχίσει να μοιάζει με το να βάζεις την άμαξα μπροστά από τα άλογα. Οι πρόσφατες αυξήσεις απλά υπογράμμισαν τα ζητήματα που εμπεριέχει αυτός ο σχεδιασμός της αγοράς για τους διάφορους συμμετέχοντες:
Οι καταναλωτές – εκτός της αυτοπαραγωγής – δεν επωφελούνται πλήρως από το μειωμένο κόστος των ΑΠΕ. Επίσης, εκτείθενται στην έντονη μεταβλητότητα των τιμών αερίου σε αντίθεση με το πιο σταθερό και προβλέψιμο κόστος των ΑΠΕ.
Τα έργα ΑΠΕ αντιμετωπίζουν διάφορους κινδύνους: Έκθεση στις μεταβλητές τιμές ρεύματος που εξασθενούν το προφίλ κινδύνου τους και αυξάνουν το κόστος κεφαλαίου. Το ρίσκο του κανιβαλισμού της τιμής, δηλαδή ότι οι τιμές θα μειώνονται όταν πωλούν ενέργεια καθώς ένας ανανεώσιμος στόλος παράγει ρεύμα ταυτόχρονα. Επίσης, ο κίνδυνος πολιτικών παρεμβάσεων που περιορίζουν τα πιθανά οφέλη όταν οι τιμές είναι υψηλές, όπως φάνηκε φέτος, δίχως να ελαχιστοποιούνται τα ρίσκα όταν οι τιμές πέφτουν. Οι κίνδυνοι αυτοί μπορούν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη των φ/β και των αιολικών παρόλο που μειώνεται το κόστος τους.
Οι παραγωγοί με ορυκτά καύσιμα επίσης αντιμετωπίζουν πτωτική κερδοφορία καθώς οι ΑΠΕ καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Τα περιθώριά τους από τις πωλήσεις ενέργειας θα υποχωρήσουν και η βιωσιμότητα θα υποφέρει παρόλο που οι υπηρεσίες τους θα είναι απαραίτητες κατά τη διάρκεια της μετάβασης.
Οι πολιτικοί και οι ρυθμιστές είναι αντιμέτωπη με την πίεση να παρέμβουν και να παρεμποδίσουν τις εταιρείες ηλεκτρισμού από το να επωφεληθούν από τις υψηλές τιμές εις βάρος των καταναλωτών.
Πως θα μπορούσε να είναι μια εναλλακτική αγορά
Μια ξεχωριστή αγορά για την παραγωγή των ΑΠΕ, η οποία συμπληρώνει και κατ’ επέκταση διατηρεί τις βελτιώσεις απόδοσης της τωρινής αγοράς από κατανεμόμενες μονάδες, θα μπορούσε να αποσυνδέσει την τιμή των ΑΠΕ από αυτή του αερίου. Η αγορά των ΑΠΕ θα πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη με βάση την τυπική διάρκεια ζωής 25-30 ετών των έργων και να δημιουργεί ένα μακροπρόθεσμο τιμολογιακό σήμα για ανανεώσιμη ισχύ, το οποίο θα καθοδηγεί τις επενδυτικές αποφάσεις σε αντίθεση με το βραχυπρόθεσμο τιμολογιακό σήμα.
Ιστορικά, οι μηχανισμοί στήριξης, όπως οι ταρίφες, δημιούργησαν μια ξεχωριστή αγορά για τις ΑΠΕ, όμως η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητά τους τις εκτοπίζει. Υπάρχει επίσης μια αγορά για τα διμερή συμβόλαια, αλλά προς το παρόν παραμένει περιορισμένη. Τα διμερή συμβόλαια συνήθως καλύπτουν μονάχα ένα κάσμα της διάρκειας ζωής ενός έργου. Οι κίνδυνοι αντισυμβαλλόμενου, το κόστος συναλλαγής και τα ρυθμιστικά εμπόδια μειώνουν την αποδοτικότητα και οι περισσότεροι τελικοί καταναλωτές δεν έχουν πρόσβαση στα διμερή συμβόλαια.
Ένας τρόπος για τη δημιουργία ξεχωριστής αγοράς για τις ΑΠΕ θα ήταν οι κυβερνήσεις, οι ρυθμιστές και οι τράπεζες να στηρίξουν ενεργά την επέκταση της αγοράς διμερών συμβολαίων στο στόχο και την κλίμακα. Θα μπορούσαν να παρέχουν εργαλεία χρηματοδοτικά για κάλυψη του μακροπρόθεσμου κινδύνου αντισυμβαλλόμενου που αντιμετωπίζουν οι πωλητές και αγοραστές με τα διμερή συμβόλαια. Θα μπορούσαν να ενθαρρυνθούν ομάδες διμερών συμβολαίων που θα απλώνουν το ρίσκο και θα διευρύνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων. Οι προμηθευτές θα μπορούσαν να αναγκαστούν να καλύπτουν ένα μέρος των μακροπρόθεσμων αναγκών τους μέσω ανανεώσιμων διμερών συμβολαίων. Οι ρυθμιστές μπορούν να διευκολύνουν τις προδιαγραφές των διμερών συμβολαίων ώστε μειώσουν το κόστος συναλλαγής και να επιτρέψουν μια δευτερογενή αγορά και κατ’ επέκταση, ρευστότητα για τα διμερή.
Εναλλακτικά, μια κεντρικά οργανωμένη αγορά θα μπορούσε να εγκαθιδρυθεί. Τα προϊόντα σε αυτή την αγορά θα πρέπει να αντανακλούν τις διαφορές στο παραγωγικό προφίλ συγκεκριμένων τεχνολογιών, περιοχών και εποχών. Για να πάρουμε ένα απλό παράδειγμα, ένα προϊόν μπορεί να είναι η ηλιακή ενέργεια από ένα τυπικό έργο του 1 μεγαβάτ στη Σικελία τον Ιούλιο του 2025. Οι τιμές σε αυτή την αγορά θα αποσυνδέονταν από τη φυσική αγορά και από τις προθεσμιακές αγορές που συνδέονται με τις φυσικές τιμές. Όπως και στα διμερή συμβόλαια, η ρευστότητα της αγοράς θα μπορούσε να ενισχυθεί απαιτώντας από τους προμηθευτές να καλύπτουν μέρος των μελλοντικών αναγκών τους μέσω ΑΠΕ.
Πέρα από τη δημιουργία μιας ξεχωριστής μακροπρόθεσμης αγοράς για τις ΑΠΕ, θα πρέπει επίσης να είναι προσβάσιμη προς όλους τους τελικούς καταναλωτές, όχι μόνο τους εμπόρους, τους προμηθευτές και τις μεγάλες εταιρείες, αλλιώς τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν το υψηλό και μεταβλητό κόστος των τιμών που συνδέονται με το αέριο. Τα διμερή συμβόλαια ή τα CfD που στηρίζουν κάποιες ΑΠΕ δεν μετακυλίουν απαραίτητα τις τιμές των ΑΠΕ στους καταναλωτές. Μια απαίτηση προς τους προμηθευτές να προσφέρουν σχέδια τιμολόγησης που αντανακλούν το κόστος και το αυξημένο μερίδιοτων ΑΠΕ όχι μόνο θα εξασφάλιζε πρόσβαση για όλους τους καταναλωτές, αλλά θα στήριζε την ανάπτυξη μιας μακροπρόθεσμης αγοράς ΑΠΕ και θα μείωνε την έκθεση των προμηθευτών στη μεταβλητότητα, κάτι σημαντικό δεδομένων των πρόσφατων χρεοκοπιών.
Μια βιώσιμη μακροπρόθεσμη αγορά ΑΠΕ θα μπορούσε λοιπόν να περιορίσει τη σχέση μεταξύ των τιμών ηλεκτρισμού και των ευμετάβλητων τιμών αερίου, θα εξασφάλιζε οφέλη για τους καταναλωτές από το μειωμένο και προβλέψιμο κόστος ΑΠΕ και θα στήριζε την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Θα μπορούσε επίσης να είναι σημαντικός πυλώνας μιας αγοράς ηλεκτρισμού σχειδασμένης για τον χώρο των ΑΠΕ και της ενεργειακής μετάβασης.
Παρά τις δυσκολίες που θέτει η ενεργειακή μετάβαση και επιδεινώνει η τωρινή κρίση, οι κυβερνήσεις και οι ρυθμιστές δεν πρέπει να αγνοήσουν την υπόσχεση της μετάβασης: Τη λύση ή έστω την εξομάλυνση του ενεργειακού τριλήμματος μειώνοντας το αντιστάθμισμα μεταξύ της ενεργειακής ασφάλειας, της οικονομικής βιωσιμότητας και της περιβαλλοντικής αειφορίας τις επόμενες δεκαετίες.
Το ενεργειακό σύστημα μπορεί ταυτόχρονα να γίνει πιο ασφαλές, καθώς οι ΑΠΕ είναι πιο ισόποσα και ευρέως διανεμημένες από τα ορυκτά καύσιμα μειώνοντας την εξάρτηση από χώρες με πλούσια αποθέματα. Επίσης, μπορεί να γίνει πιο οικονομικό, καθώς το κόστος των φ/β, των αιολικών και άλλων τεχνολογιών συνεχίζει να μειώνεται. Και τέλος, να γίνει πιο πράσινο καθώς αυξάνεται το μερίδιο των ΑΠΕ.
– Ο Arpad Cseh είναι ιδρυτής του Climate Moonshot
(Euractiv)