H χρονιά έχει ξεκινήσει με πολύ καλές προοπτικές για τις ελληνογερμανικές σχέσεις. Η γερμανική εμπειρία στη χρησιμοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η ελληνική δέσμευση υλοποίησης ενός προγράμματος πράσινης ανάπτυξης διευρύνουν το πεδίο πιθανών συνεργασιών αμοιβαίου οφέλους. Ο δυναμικός τομέας της πράσινης ενέργειας συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της πολιτικής ηγεσίας των δύο χωρών, μεγάλων εταιρειών αλλά και της κοινωνίας των πολιτών που σταδιακά προσαρμόζεται στα καινούρια δεδομένα. Η γερμανική εμπειρία μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά σημαντική για την Ελλάδα όχι μόνο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας αλλά και της προσπάθειας της χώρας να ανακάμψει μετά την πανδημία με σταθερά βήματα που θα εξασφαλίζουν βιώσιμη ανάπτυξη μακροπρόθεσμα. Η Γερμανία, άλλωστε, εφάρμοσε τον πρώτο της νόμο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήδη από το 2000.
Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει, τα τελευταία χρόνια, μία μεγάλη προσπάθεια να αλλάξει το μείγμα της ενεργειακής της πολιτικής και να στηριχθεί περισσότερο σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η γερμανική τεχνογνωσία στο πεδίο αυτό είχε ήδη αρχίσει να αξιοποιείται πριν από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, τουλάχιστον επιχειρηματικά. Από το Δεκέμβριο του 2016 και μετά, όμως, οι συμπράξεις έχουν αυξηθεί στο πλαίσιο του Διμερούς Σχεδίου Δράσης. Το πλάνο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, όπως παρουσιάστηκε το 2018 από την τότε ελληνική κυβέρνηση θέτει συγκεκριμένους στόχους, που εξυπηρετούνται καλύτερα μέσα από μία ενισχυμένη ελληνογερμανική συνεργασία στον τομέα της πράσινης ενέργειας.
Αυτά όμως δεν αρκούν: Η ελληνική κοινωνία και ιδίως οι νέοι επιθυμούν επιτέλους την υλοποίηση των εξαγγελιών. Είναι θετικό, λοιπόν, ότι ο σημερινός πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αποδίδει έμφαση στα θέματα αυτά και παρουσιάζεται φιλόδοξος για τη συμβολή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Αυτό αποτυπώνεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια για την Κλιματική Αλλαγή που κατέθεσε η χώρα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα τέλη του 2019, το οποίο επισπεύδει την απολιγνιτοποίηση. Ο Έλληνας πρωθυπουργός και η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έχουν αποφασίσει από την πρώτη τους συνάντηση στο Βερολίνο τον Αύγουστο του 2019 να ενώσουν δυνάμεις. Έτσι, στις αρχές Μαρτίου του 2020 πραγματοποιήθηκε ένα σημαντικό συνέδριο στη γερμανική πρωτεύουσα, που έδωσε τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις από τις δύο χώρες να ανταλλάξουν απόψεις παρουσία της πολιτικής ηγεσίας.
Η κρίση του κορονοϊού όχι μόνο δεν έχει εκτροχιάσει την προσπάθεια της Ελλάδας αλλά την έχει εντατικοποιήσει. Τόσο το νέο ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027 όσο και το ελληνικό σχέδιο για την απορρόφηση κονδυλίων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης προβλέψουν υψηλά κονδύλια για έργα πράσινης ενέργειας. Το πλάνο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, το οποίο επιμελήθηκε ειδική επιστημονική επιτροπή υπό τον καθηγητή Πισσαρίδη, κινείται προς την κατεύθυνση αυτή, ώστε σημαντικά κονδύλια από τα καινούριο Ευρωπαϊκό Ταμείο, να δαπανηθούν, μεταξύ άλλων, με στόχο τη βιώσιμη και πράσινη ανάπτυξη. Από οικονομική οπτική γωνία, ώθηση δόθηκε τον Νοέμβριο του 2020, όταν ανακοινώθηκε από τον Έλληνα πρωθυπουργό πως η Volkswagen θα επενδύσει στην Αστυπάλαια, ώστε να κυκλοφορούν στο νησί μόνο ηλεκτρικά αυτοκίνητα στο μέλλον. Αυτό, όμως, είναι μόνο ένα παράδειγμα. Η αυξημένη ελληνογερμανική συνεργασία δεν συμβάλλει απλώς στη δημιουργία ενός νέου τρόπου πράσινης διαβίωσης αλλά ανοίγει το δρόμο για επενδύσεις σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και για τόνωση της έρευνας και της καινοτομίας. Η Γερμανία θεωρείται διεθνώς, άλλωστε, μοντέλο παραγωγής πράσινης ενέργειας και εγγύησης βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ, παράλληλα, μπορεί να συμβάλλει σε μία καλύτερη κατανόηση των νέων προκλήσεων από την κοινή γνώμη, που ίσως οδηγήσει σε μεγαλύτερη υπευθυνότητα των πολιτών και σε έναν τρόπο ζωής με περισσότερη ανακύκλωση, λιγότερη μόλυνση και ενεργότερη συμμετοχή στην κυκλική οικονομία.
Ο χαρακτήρας των ελληνογερμανικών σχέσεων είναι πολυδιάστατος. Από το εμπόριο και τις επενδύσεις μέχρι τη διαχείριση της οικονομικής και της προσφυγικής κρίσης, Αθήνα και Βερολίνο εντατικοποιούν τις κοινές δράσεις τους. Όπως έδειξε η περασμένη δεκαετία, η συνεργασία δεν είναι πάντα εύκολη αλλά παραμένει εφικτή – ιδίως υπό δύσκολες συνθήκες. Πλέον διανοίγονται περισσότερες και συγκεκριμένες προοπτικές σε έναν τομέα που δεν είναι καινούριος αλλά αποτελεί προτεραιότητα για την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και την κοινωνία γενικότερα… Παρά τον ισχυρό αντίκτυπο της πανδημίας, η Ελλάδα προσφέρει σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες σε γερμανικές επιχειρήσεις, που δραστηριοποιούνται στην πράσινη ενέργεια. O συνεχιζόμενος διάλογος σε εθνικό και τοπικό επίπεδο και οι τακτικές επιχειρηματικές συναντήσεις το αποδεικνύουν.
H κοινή αντίληψη δημιουργεί αισιοδοξία για το μέλλον. Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε το επόμενο βήμα και να συνεργαστούμε ακόμα στενότερα.
* Γιώργος Ν. Τζογόπουλος, Αντιπροσωπεία του Ιδρύματος Konrad-Adenauer-Stiftung για την Ελλάδα και την Κύπρο
(capital.gr)