Του Χάρη Φλουδόπουλου
Η χθεσινή τελετή υπογραφής του δανείου που παίρνει ο ΑΔΜΗΕ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την λεγόμενη “μικρή διασύνδεση της Κρήτης” επισκιάστηκε από το καμπανάκι που χτύπησε ο αντιπεριφερειάρχης Κρήτης Νίκος Καλογερής, ο οποίος χαρακτήρισε το έργο σημαντικό για την ενεργειακή ασφάλεια της Κρήτης, προσέθεσε ωστόσο ενώπιον του υπουργού ενέργειας Γ. Σταθάκη, ο οποίος μάλιστα εκλέγεται στα Χανιά: “Δεν επιτρέπεται να έχουμε αστοχίες και να κινδυνεύσουμε ξανά με μπλακ άουτ το καλοκαίρι”.
Η αναφορά του αντιπεριφερειάρχη, κατά τη διάρκεια μάλιστα μιας πανηγυρικής εκδήλωσης, μόνο τυχαία δεν ήταν. Το μπλακ άουτ που συνέβη στην Κρήτη το Μάρτιο έχει θορυβήσει όλους τους εμπλεκόμενους και πρωτίστως την τουριστική βιομηχανία της Κρήτης, η οποία είδε πέρυσι αλλά και τα προηγούμενα χρόνια, κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς της χώρας όπως η Σαντορίνη, η Μύκονος, η Ύδρα, η Αίγινα κλπ, να υφίστανται σημαντικές ζημιές εξαιτίας των σοβαρών προβλημάτων σε ηλεκτροδότηση, που έφεραν συνακόλουθα προβλήματα και στην υδροδότηση.
Για την Κρήτη το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο αφού εκτός από τα προβλήματα του δικτύου που προκύπτουν εξαιτίας των υποεπενδύσεων που καταγράφηκαν τα τελευταία χρόνια (λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης της ΔΕΗ), υπάρχει σοβαρό πρόβλημα επάρκειας που προκύπτει καθώς τα επόμενα χρόνια προβλέπεται για περιβαλλοντικούς λόγους να αποσυρθούν μονάδες και να υπάρξει έλλειμμα παραγωγικής ισχύος.
Για φέτος ο γόρδιος δεσμός θα λυθεί με την παραγγελία από τη ΔΕΗ σημαντικού αριθμού ηλεκτροπαραγωγών ζευγών, δηλαδή γεννητριών που λειτουργούν με πετρέλαιο και θα καλύψουν τις έξτρα ανάγκες που δημιουργεί η έλευση εκατοντάδων χιλιάδων επισκεπτών στο νησί. Το κόστος βέβαια για τις γεννήτριες αυτές μόνο ευκαταφρόνητο δεν είναι: περίπου 5 εκατ. ευρώ η κάθε μία, ενώ για φέτος το καλοκαίρι το παραγωγικό έλλειμμα εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 90 MW από 50MW που ήταν οι προηγούμενοι υπολογισμοί.
Τι θα γίνει όμως τα επόμενα χρόνια όταν θα αρχίσουν σταδιακά να αποσύρονται μονάδες;
Καταρχάς προβλέπεται στο τέλος του 2020 να ξεκινήσει η λειτουργία του μικρού καλωδίου, εάν βεβαίως δεν υπάρξουν οι συνήθεις καθυστερήσεις που προκύπτουν συνήθως σε μικρότερης έκτασης και πολυπλοκότητας έργα του ΑΔΜΗΕ από αυτό της Κρήτης.
Το βασικό πρόβλημα ωστόσο εντοπίζεται για το μεσοδιάστημα μεταξύ 2020 και 2022, σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ που έχει ζητηθεί από τη ΡΑΕ. Πως θα καλυφθεί αυτό το έλλειμμα; Εξετάζεται να συνεχιστεί η λειτουργία των ρυπογόνων πετρελαϊκών μονάδων κατά παρέκκλιση των περιβαλλοντικών κανονισμών της ΕΕ για λόγους ενεργειακής ασφάλειας, ενώ παράλληλα εξετάζονται λύσεις από το Ρυθμιστή, που θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος παραγωγής αλλά και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως πχ η περίπτωση του πλωτού σταθμού LNG που έχει προταθεί από εταιρεία του Κατάρ. Βασικό κριτήριο πάντως θα είναι η λύση να είναι πιο οικονομική και να μειώνει τους ρύπους σε σχέση με τις πετρελαϊκές μονάδες ή τα Η/Ζ.
Την ίδια στιγμή πάντως υπάρχει ομιχλώδες τοπίο για την περίπτωση της μεγάλης διασύνδεσης, η οποία ως γνωστόν βρέθηκε στο μέσο της διαμάχης μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και της κοινοπραξίας Euroasia που προωθεί το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ, Κύπρου, Κρήτης. Από τις αρχές Απριλίου η Ελλάδα έχει αποσύρει το ενδιαφέρον της για ένταξη του έργου της διασύνδεσης Αττική Κρήτη στα έργα κοινού ενδιαφέροντος PCI, ωστόσο η ΡΑΕ ακόμη δεν έχει δώσει το πράσινο φως και δεν έχει ακόμη προχωρήσει στην αναγνώριση του έργου ως εθνικού, προκειμένου ο ΑΔΜΗΕ να ξεκινήσει από την πλευρά του το διαγωνισμό για την προμήθεια του καλωδίου. Σύμφωνα με πηγές της ΡΑΕ το θέμα εξετάζεται και θα υπάρξει σύντομα απόφαση που θα υιοθετεί λύση συμβατή με κάθε θεώρηση, είτε το έργο αντιμετωπίζεται ως εθνικό είτε ως pci, προκειμένου να κλείσουν τα παράθυρα για προσφυγές και αμφισβητήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι για το θέμα υπάρχει σε εκκρεμότητα δικαστική προσφυγή του Euroasia κατά της ΡΑΕ αλλά και του ΑΔΜΗΕ.
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι το θέμα της ηλεκτρικής επάρκειας αλλά και της ενεργειακής ασφάλειας της Κρήτης, είναι μείζον και ότι ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες που εξαιτίας του αυξημένου αριθμού επισκεπτών αυξάνει η ζήτηση, ενισχύονται σημαντικά οι πιθανότητες για προβλήματα μικρότερα ή και πιο σοβαρά, με σοβαρό αντίκτυπο για τη βαριά βιομηχανία του νησιού τον τουρισμό.