Με την ορμή που δείχνει το τελευταίο διάστημα η επενδυτική δραστηριότητα στον τομέα των φωτοβολταϊκών να αποδεικνύεται για μια φορά ακόμη, φαίνεται ότι θα κυλήσει ο κοινός διαγωνισμός της ΡΑΕ (για μεγάλα αιολικά και φωτοβολταϊκά) που έχει προγραμματιστεί για τις 2 Απριλίου.
Αύριο λήγει η προθεσμία για την κατάθεση των αιτήσεων και από το ρεπορτάζ του energypress προκύπτει ότι στο διαγωνισμό η συμμετοχή των φωτοβολταϊκών θα είναι συντριπτικά υψηλότερη εκείνης των αιολικών, όπως άλλωστε είχε γίνει και στον πρώτο κοινό διαγωνισμό της ΡΑΕ.
Συγκεκριμένα, αναμένεται να «κατέβουν» περί τα 150 Μεγαβάτ αιολικών και φωτοβολταϊκά που μάλλον θα ξεπεράσουν τη δημοπρατούμενη ισχύ των 600 Μεγαβάτ. Ως ένα βαθμό αυτό θα εξαρτηθεί από το αν η ΔΕΗ Ανανεώσιμες θα αποφασίσει να «κατεβάσει» το έργο των 200 Μεγαβάτ στην Κοζάνη με το οποίο είχε συμμετάσχει και στον προηγούμενο διαγωνισμό ή όχι. Πάντως η εταιρεία θα «κατεβάσει» σίγουρα των φωτοβολταϊκό των 50 Μεγαβάτ που σχεδιάζει στη Μεγαλόπολη.
Όπως προαναφέρθηκε, το σύνολο της δημοπρατούμενης ισχύος είναι 600 Μεγαβάτ, καθώς το ΥΠΕΝ αποφάσισε να αυξήσει κατά 100 Μεγαβάτ την ισχύ (από 500 το έκανε 600). Το επίπεδο ανταγωνισμού είναι + 40%, δηλαδή για να δοθούν τα 600 Μεγαβάτ θα πρέπει να υποβληθούν αιτήσεις 840 Μεγαβάτ. Αν υποβληθούν αιτήσεις για λιγότερα Μεγαβάτ, θα δοθούν τιμές για τόσα ώστε να τηρείται ο κανόνας του + 40%.
Η ανώτατη επιτρεπόμενη τιμή για την κοινή ανταγωνιστική διαδικασία ανέρχεται σε 61,32 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Μεικτοί διαγωνισμοί έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία διετία στην Ευρώπη και έχουν ως στόχο να αναζητηθούν οι βέλτιστες λύσεις για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών με το οικονομικότερο δυνατό κόστος. Ωστόσο η χρησιμότητά τους φαίνεται ότι περιορίζεται καθώς στα φωτοβολταϊκά έχουν πέσει ραγδαία οι τιμές και συνεχίζουν να πέφτουν, με αποτέλεσμα να έχουν χαμηλότερο κόστος εξοπλισμού και κατασκευής.
Ως εκ τούτου έχουν αυξημένες δυνατότητες να «χτυπήσουν» τις τιμές και να κερδίσουν την έγκρισή τους.
Το πρόβλημα σε κάθε περίπτωση, και για τα φωτοβολταϊκά, αλλά κυρίως για τα αιολικά, είναι η έλλειψη ώριμων έργων, γεγονός που συνδέεται κατά κύριο λόγο με την περίπλοκη και χρονοβόρα αδειοδοτική διαδικασία, για την οποία η αγορά αναμένει εναγωνίως τις ριζικές παρεμβάσεις που έχει εξαγγείλλει η κυβέρνηση.