Είναι γεγονός ότι η περιβαλλοντική προστασία επιβάλλει ενίοτε βάρη στην ιδιοκτησία των ατόμων που αρκετές φορές φαίνονται δυσβάστακτα, π.χ. απαγόρευση συγκεκριμένων ενεργειών, επιβολή περιορισμών για την προστασία ευαίσθητων οικοσυστημάτων.
Το άρθρο 17 παρ. 1 Συντάγματος προβλέπει ότι «η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος». Η ιδιοκτησία αποτελεί ατομικό δικαίωμα και συνάμα νομικό θεσμό.
Αποζημίωση κατά τον περιβαλλοντικό νόμο
Η περιβαλλοντική νομοθεσία ήδη από το 1986 προέβλεψε την προστασία του ιδιοκτήτη (κυρίου) ακινήτου για τους επιβαλλόμενους περιορισμούς για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος.
Συγκεκριμένα, όρισε ότι αν οι επιβαλλόμενοι όροι, περιορισμοί και απαγορεύσεις είναι εξαιρετικά επαχθείς, με αποτέλεσμα να παρακωλύεται υπέρμετρα η άσκηση των εξουσιών που απορρέουν από την κυριότητα, ενόψει του χαρακτήρα και του περιορισμού της ιδιοκτησίας, το Δημόσιο, ύστερα από αίτηση των θιγομένων, μπορεί, κατά το μέτρο του δυνατού να αποδεχθεί:
- είτε την ανταλλαγή των ιδιωτικών εκτάσεων με εκτάσεις του Δημοσίου είτε την παραχώρηση κατά χρήση στους θιγομένους δημόσιων εκτάσεων σε παραπλήσιες περιοχές για ανάλογη χρήση ή εκμετάλλευση,
- είτε την καταβολή εφάπαξ ή περιοδικής αποζημίωσης, για τον προσδιορισμό της οποίας λαμβάνεται υπόψη η υφιστάμενη χρήση της ιδιωτικής έκτασης,
- είτε τη μεταφορά συντελεστή δόμησης (ΜΣΔ) σε άλλη ιδιοκτησία, κατ` ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 880/1979 (πλέον Ν. 4759/2020 και 4495/2017 για τη ΜΣΔ).
Συνεπώς, έχουμε να παρατηρήσουμε διαβάζοντας τη διάταξη τα εξής:
- ότι απαιτείται αίτηση των θιγομένων, η οποία πρέπει να έχει συνταχθεί νομικώς ορθά από εξειδικευμένο νομικό
- ότι πρέπει οι όροι κλπ. να είναι εξαιρετικά επαχθείς, πράγμα που συνεπάγεται τεράστια δέσμευση του ιδιοκτήτη, κρινόμενη κατά περίπτωση. Δεν διευκρινίζεται στη διάταξη τι εννοείται ως τέτοιο και αφήνεται στη νομική ερμηνεία
- ότι τα ως άνω γίνονται κατά το «μέτρο του δυνατού», όρος που αποκλείει τις αυθαίρετες επιδικάσεις αποζημιώσεων
- ότι το Δημόσιο διαθέτει διαφορετικές επιλογές στη «φαρέτρα» του κατά περίπτωση.
Περιπτώσεις αναγκαστικής απαλλοτρίωσης χάριν της προστασίας του περιβάλλοντος προβλέπονται, λ.χ. στον Ν. 998/1979 (άρθρα 42 παρ. 2 και 43), Ν. 1650/1986 (άρθρο 22), Ν. 3028/2002 (άρθρο 19) και στο πολεοδομικό δίκαιο.
Η εφαρμογή της διάταξης από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας
Σε απόφασή του το ΣτΕ (για το Μαραθωνήσι και τον κόλπο Λαγανά και την προστασία της χελώνας caretta-caretta) εξειδίκευσε τα κριτήρια του Ν. 1650/86 και δη του άρθρ. 22 περί υποχρέωσης αποζημίωσης, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου, αν τα μέτρα που επιβάλλονται προκαλούν ουσιώδη στέρηση της χρήσης της ιδιοκτησίας, χωρίς να χρειάζεται η έκδοση σχετικού ΠΔ που θα αδρανοποιούσε έτι περαιτέρω την καταβολή της. Αυτή η θέση αποτελεί πάγια νομολογία του ΣτΕ, καθώς άλλως το Δημόσιο, μη εκδίδοντας το σχετικό διάταγμα, θα μπορούσε να καταστήσει ανενεργό το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να επιδιώξει την αποζημίωσή του με ένα από τα αντισταθμίσματα που προβλέπονται στο νόμο (χρηματικής ή αυτούσιας αποζημίωσης), προς το σκοπό της πληρέστερης προστασίας του προστατευόμενου από το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ δικαιώματος της ιδιοκτησίας.
Η σημασία σωστής υποβολής της αίτησης και ο αποκλεισμός ευθείας αγωγής αποζημίωσης
Ο ιδιοκτήτης οφείλει να ασκήσει το δικαίωμά του με την τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 22 και δεν δικαιούται να ασκήσει στο στάδιο αυτό ευθεία αγωγή αποζημιώσεως ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, χωρίς να αποκλείεται αυτή μετά την τυχόν απόρριψη της αίτησης ή τη μη ικανοποίηση αυτής.
Παναγιώτης Γαλάνης,
Δικηγόρος Περιβαλλοντικού-Πολεοδομικού Δικαίου και Δικαίου της Ενέργειας, Υπ. Δρ. Νομικής ΕΚΠΑ
panagiotisgln@gmail.com, www.pgalanislaw.gr