Του Νίκου Κέζου
Τα βουνά του λεκανοπεδίου απογυμνώνονται συνεχώς από τη βλάστηση. Οι προσπάθειες για αναδάσωση δεν έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα γιατί οι περιοχές αυτές δεν φυλάσσονται, τα δέντρα δεν ποτίζονται κατά τα πρώτα χρόνια μετά τη φύτευσή τους, δεν συντηρούνται και γενικά δεν παρέχεται η απαραίτητη καλλιεργητική φροντίδα. Η κλιματική αλλαγή έχει εγκατασταθεί για τα καλά και απειλεί την Αθήνα με φωτιές και πλημμύρες.
Προτείνεται όπως σε πρώτη φάση, οι ορατές προς την Αθήνα γυμνές πλευρές των βουνών του λεκανοπεδίου χωριστούν σε τμήματα και δοθούν προς αναδοχή σε οργανισμούς, επιχειρήσεις κ.λπ. Οι ανάδοχοι δεν θα αποκτούν κανένα δικαίωμα επί της εκτάσεως και των φυτειών, ούτε θα μπορούν να εκμεταλλευθούν οικονομικά τις εκτάσεις αυτές.
Με την τεχνική βοήθεια της Δασικής Υπηρεσίας, οι ανάδοχοι θα περιφράξουν τις εκτάσεις, όπου χρειάζεται, θα φυτέψουν δέντρα- θάμνους, θα τα ποτίζουν, θα τα φροντίζουν και κυρίως θα τα φυλάσσουν από βόσκηση, πυρκαγιές, κ.λπ. Το αποτέλεσμα θα έρθει γρήγορα και θα είναι εντυπωσιακό. Σκοπός του εγχειρήματος είναι το προσωπικό των οργανισμών και των επιχειρήσεων, μαζί με τις οικογένειές τους, να δεθούν με τους συγκεκριμένους χώρους και “τα δέντρα τους”.
Τα βουνά της Αττικής και η απογύμνωσή τους
Οι ορεινές εξάρσεις της Αττικής, που περιβάλλουν το πολεοδομικό συγκρότημα των Αθηνών και ορίζουν το λεκανοπέδιο, είναι τα βουνά Υμηττός, Πεντέλη, Πάρνηθα, Ποικίλον και Αιγάλεω. Με εξαίρεση την Πάρνηθα, που υπέστη μεγάλες καταστροφές το 2007 και την Πεντέλη που κάηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της στις δεκαετίες του 1990 και του 2000, τα υπόλοιπα βουνά εμφανίζονται γυμνά από βλάστηση εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πλάτωνας (ο οποίος έζησε τον 4ο π.Χ. αιώνα) γράφει στον “Κριτία” ότι στην Αττική και “τας μικράς νήσους”, η εμφάνιση του τοπίου θυμίζει “νοσήσαντος σώματος οστά”.
Το φαινόμενο λοιπόν της απογύμνωσης των βουνών της Αττικής, ξεκινάει από τα αρχαία χρόνια και δυστυχώς επιδεινώνεται, παρά τις τεράστιες προσπάθειες που καταβάλλονται για αναδασώσεις. Κατά καιρούς εφαρμόστηκαν προγράμματα αναδάσωσης τόσο από κρατικές όσο και φυσιολατρικές οργανώσεις αλλά ο αγώνας είναι άνισος. Το 1977 ξεκίνησε και εφαρμόστηκε ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα αναδάσωσης των βουνών της Αττικής, με την παράλληλη ίδρυση της Διεύθυνσης Αναδάσωσης Αττικής, το οποίο συνεχίζεται. Το κόστος ήταν και είναι τεράστιο, αλλά το αποτέλεσμα πενιχρό γιατί:
Σε πολλές περιπτώσεις την ημέρα φυτεύονταν δενδρύλλια και το βράδυ βόσκονταν.
Η παρατεταμένη ξηρασία του καλοκαιριού σε συνδυασμό με τις δυσκολίες ποτίσματος συνέβαλλαν στην αποτυχία της δενδροφύτευσης.
Οι σκόπιμες ή και τυχαίες πυρκαγιές των ετών που μεσολάβησαν από το 1977 μέχρι σήμερα κατέστρεψαν τεράστιες δασικές εκτάσεις, πολύ μεγαλύτερες από όσες αναδασώθηκαν και ασφαλώς με πολύ μεγαλύτερα δέντρα. Εκτιμάται ότι μέσα σε λιγότερα από 40 χρόνια, οι φωτιές στην Αττική έχουν εξαφανίσει το 30% του αττικού δάσους.
Ακόμη κι εκεί που δεν σημειώθηκαν πυρκαγιές από το 1980 μέχρι σήμερα, τα αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά, λόγω κυρίως του βραχώδους των βουνών, της επιλογής ξηρανθεκτικών άρα και βραδυαυξών φυτών, της απουσίας άρδευσης καθώς και της έλλειψης φροντίδας.
Τα τελευταία χρόνια, επίσης, καταβάλλεται μία πολύ μεγάλη, εντυπωσιακή και αξιέπαινη προσπάθεια από πολλούς δήμους, συνδέσμους, φυσιολατρικούς συλλόγους και κινήσεις κάτω από την οργανωτική και επικοινωνιακή ομπρέλα γνωστού ραδιοφωνικού σταθμού για την αναδάσωση των βουνών της Αττικής και όχι μόνο. Σημαντικές επίσης και αξιοσημείωτες είναι οι προσφορές μεγάλων εταιριών για τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού του πυροσβεστικού σώματος.
Είναι προφανές ότι από πλευράς δημοσίου οι πόροι για τις αναδασώσεις έχουν περιοριστεί δραματικά ενώ η υπερπροσπάθεια που καταβάλλεται από τους ιδιωτικούς φορείς δεν μπορεί να έχει θετικό ισοζύγιο. Δεν αρκεί η φύτευση ενός δέντρου και το πότισμά του για μια φορά το επόμενο καλοκαίρι. Χρειάζονται πολύ περισσότερα.
Ως αποτέλεσμα του εν λόγω αρνητικού ισοζυγίου, διαπιστώνουμε συνεχώς τη διεκδίκηση πρώην δασικών και σήμερα γυμνών εκτάσεων και βλέπουμε την “ορειβασία” των πολυκατοικιών στα βουνά της Αττικής.
Τα οφέλη του πράσινου περιβάλλοντος είναι πλέον γνωστά σε όλο τον κόσμο, ακόμη και στα παιδιά, αλλά μπορεί κανείς να φανταστεί όλα τα βουνά γύρω από την Αθήνα πράσινα; Πέρα από το οπτικό και αισθητικό αποτέλεσμα θα μειωθούν οι πλημμύρες και τα φερτά υλικά, θα μειωθούν οι ακραίες θερμοκρασίες του καλοκαιριού και θα μειωθεί σημαντικά η ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Χαρακτηριστικοί είναι οι τίτλοι άρθρων του πρόσφατου παρελθόντος:
Εφιαλτικά σενάρια για το κλίμα στην Ελλάδα – Ποιες περιοχές θα πληγούν στην Ελλάδα.
Πιο σημαντική της καταστολής η πρόληψη των πυρκαγιών.
Η πολιτική προστασία της Ελλάδας προσγειώνεται στον 21ο αιώνα (Η κλιματική αλλαγή θα κάνει τα ακραία φαινόμενα πιο συχνά και βίαια).
Η δράση για το κλίμα θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση πανδημιών.
Να φυτέψουμε 1 τρισ. νέα δένδρα για να φρενάρουμε την κλιματική αλλαγή προτείνουν οι επιστήμονες.
“Σώστε τους μικρούς χώρους πρασίνου σε κάθε γειτονιά”.
Έρχονται πολύ θερμές ημέρες και νύχτες.
Η καραντίνα έδωσε πρόσκαιρη ανάσα στις μεγάλες πόλεις.
SOS για τη σχέση μας με τη φύση.
Αποψιλώνοντας τα δάση οι ιοί “κάνουν πάρτι”.
Τα βουνά του λεκανοπεδίου μπορούν να πρασινίσουν – Μια νέα πρόταση
Η πρόταση συνίσταται στην “υιοθεσία” εκτάσεων των βουνών της Αττικής από οργανισμούς (δημόσιους – ιδιωτικούς), δήμους, επιχειρήσεις, κινήματα πολιτών, κ.λ.π. δηλαδή από “αναδόχους”. Θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα γιατί πρώτα τα βουνά της Αττικής. Η απάντηση είναι απλή: Γιατί στο λεκανοπέδιο ζει σχεδόν η μισή Ελλάδα και ως εκ τούτου οι ζημιές από τις πλημμύρες είναι τεράστιες και επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Και άλλωστε εάν πετύχει το εγχείρημα αυτό, πολύ πιο εύκολα θα μεταφερθεί και θα επαναληφθεί στην περιφέρεια.
Η πρόταση
Καταρχήν θα δοθούν προς “υιοθεσία” εκτάσεις εντελώς γυμνές από βλάστηση, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται αρχαιολογικοί χώροι και ιστορικά μνημεία. Εφόσον υπάρξει μεγάλο ενδιαφέρον, μπορούν να υιοθετηθούν και δασωμένες εκτάσεις κυρίως για τη φύλαξη, την πρόληψη των πυρκαγιών, την καλλιεργητική φροντίδα και την καθαριότητα. Η “παραχώρηση”, με την οποία ο ανάδοχος δεν θα αποκτά κανένα απολύτως δικαίωμα επί της εκτάσεως ούτε επί των φυτειών, θα γίνεται με συγκεκριμένους όρους, π.χ. για Χ χρόνια και θα παρατείνεται εάν η υιοθεσία είναι ικανοποιητική. Η “παραχώρηση” θα αποτελεί ουσιαστικά χορήγηση άδειας για την αναδάσωση, συντήρηση και φύλαξη των συγκεκριμένων εκτάσεων και δεν θα παράγει δικαιώματα (ούτε εκείνο της εκμετάλλευσης) για τους αναδόχους. Για την υλοποίηση του έργου αυτού ενδέχεται να απαιτηθεί σχετική νομοθετική ρύθμιση.
Οι εκτάσεις αυτές, σε πρώτη φάση, θα είναι ορατές από την Αθήνα. Τούτο όχι μόνο για τη βελτίωση της εικόνας της πρωτεύουσας, αλλά κυρίως για την προστασία των κατοικημένων περιοχών από πλημμύρες, ακραίες θερμοκρασίες και τη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Είναι προφανές ότι, εάν και εφόσον καλυφθούν οι πλευρές αυτές των βουνών, το πρόγραμμα θα προχωρήσει.
Το ελάχιστο μέγεθος της έκτασης μπορεί μα οριστεί στα 250 στρέμματα (500m x 500m). Οι εκτάσεις θα οριοθετηθούν από τη Δασική Υπηρεσία. Μία έκταση των 250 στρεμμάτων μπορεί να “υιοθετηθεί” και από 2 μικρές βιοτεχνικές επιχειρήσεις μαζί. Μια όμως πολύ μεγάλη επιχείρηση μπορεί να “υιοθετήσει” και 1.000 ή περισσότερα στρέμματα. Οι μεγάλες επιχειρήσεις και δημόσιοι οργανισμοί, που θα μπορούσαν να γίνουν ανάδοχοι τέτοιων εκτάσεων, εκτιμάται ότι ξεπερνούν τον αριθμό 100.
Η κάθε μία έκταση θα είναι περιφραγμένη με δαπάνες των αναδόχων και θα υπάρχουν δίοδοι για τις έκτακτες ανάγκες. Προφανώς η δαπάνη θα μοιραστεί στις όμορες εκτάσεις. Με δαπάνες του αναδόχου, εκτός της περίφραξης, θα γίνουν τα απαραίτητα έργα:
διαμόρφωση βαθμίδων, όπου το έδαφος το επιτρέπει,
διαμόρφωσης μονοπατιών,
διευθέτησης μικρών χειμάρρων με μικρά φράγματα για μείωση της ταχύτητας του νερού ή ακόμη αποθήκευσης νερού,
εγκατάστασης δεξαμενών συγκέντρωσης νερού στα υψηλότερα σημεία της έκτασης (οι δεξαμενές θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για ανάγκες πυρόσβεσης),
εγκατάστασης σωληνώσεων για πότισμα των δέντρων ή και για ανάγκες πυρόσβεσης,
φύτευσης δέντρων (διάνοιξη λάκκων, τοποθέτηση χώματος, κ.λπ.).
Διευκρινίζεται ότι σε εντελώς βραχώδη περιοχή η διαδικασία προβλέπει τη διάνοιξη οπών, τοποθέτηση εκρηκτικών, απομάκρυνση τμημάτων του βράχου, τοποθέτηση χώματος και φύτευση. Αντίθετα εκεί όπου υπάρχει χώμα, η διάνοιξη λάκκων γίνεται και μηχανικά.
Με δαπάνες του αναδόχου θα γίνεται η συντήρηση των δενδρυλλίων όπως σκάλισμα, λίπανση και συχνό πότισμα για την γρήγορη ανάπτυξή τους.
Σε ό,τι αφορά τα είδη τα οποία θα φυτευθούν και δεδομένης της προσθήκης χώματος, προτείνεται αυτά να είναι κυρίως αείφυλλα πλατύφυλλα ώστε να είναι πιο ταχυαυξή και λιγότερο εύφλεκτα (σε σχέση με τα πεύκα). Τέτοια φυτά είναι η δάφνη, πικροδάφνη, πουρνάρι, αριά, σχοίνος, αγριελιά, μυρτιά, σπάρτο, κ.λ.π., που κι αν ακόμη καούν αναβλαστάνουν εύκολα και προφανώς δεν απαιτούνται νέες δενδροφυτεύσεις.
Για λόγους ενθάρρυνσης όλων των εμπλεκομένων ένα μικρό μέρος της υιοθετούμενης έκτασης, π.χ. 2 – 3 στρεμμάτων, θα μπορούσε να φυτευθεί με σχετικά μεγάλα δέντρα – θάμνους, ώστε να φανεί άμεσα το αποτέλεσμα και να προδιαθέτουν για το τελικό αποτέλεσμα.
Σε σημεία, μη ορατά, είναι δυνατόν να γίνουν ήπιες παρεμβάσεις (τουαλέτες, χώρος φύλαξης εργαλείων, φυλάκια, χώροι πικ- νικ, στέγαστρα) πλήρως προσαρμοσμένες στο φυσικό περιβάλλον, που θα εγκρίνονται από τη Δασική Υπηρεσία.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η φύλαξη των εκτάσεων που θα υιοθετηθούν. Ιδιαίτερα τους μήνες Μάιο – Οκτώβριο η φύλαξη πρέπει να είναι επί 24ώρου βάσεως, ιδιαίτερα δε τις ημέρες με υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς (υψηλές θερμοκρασίες και ισχυροί άνεμοι) θα πρέπει να απαγορεύεται η είσοδος στις εν λόγω περιοχές.
Αρχική επιλογή θα μπορούσε να είναι η ορατή προς την Αθήνα πλευρά του Ποικίλου Όρους (εκτείνεται από το Καματερό μέχρι τη λίμνη Κουμουνδούρου). Εκτιμάται ότι τα αποτελέσματα θα φανούν γρήγορα και θα αποτελέσουν πρότυπο και παράδειγμα για την επέκταση του προγράμματος και σε άλλες περιοχές της Αττικής (Πεντέλη, Υμηττός, Αιγάλεω).
Οι εργασίες φύτευσης δένδρων και θάμνων θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί εντός 5ετίας από την “παραχώρηση” της έκτασης. Είναι προφανές ότι εάν εγκαταλειφθεί η υιοθετηθείσα έκταση, η παραχώρηση θα αίρεται άμεσα. Υπεύθυνη αρχή για την αξιολόγηση της τήρησης των όρων και υποχρεώσεων από τον ανάδοχο είναι η Δ/νση Αναδασώσεων, η οποία ουσιαστικά θα αποτελεί τη ρυθμιστική αρχή και τον τεχνικό σύμβουλο του έργου αυτού. Άλλωστε θα εκπονηθούν και θα εφαρμοστούν όλες οι απαραίτητες μελέτες που προβλέπονται από τη κείμενη νομοθεσία.
Η Διεύθυνση Αναδασώσεων της Περιφέρειας Αττικής θα είναι ο Τεχνικός Σύμβουλος της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρίας, που θα πρέπει να ιδρυθεί, αφού θα είναι εκείνη που θα:
Προσδιορίσει τις εκτάσεις που θα “παραχωρηθούν”.
Οριοθετήσει τις περιφράξεις.
Προσδιορίσει και χαράξει τυχόν νέα έργα οδοποιίας.
Προσδιορίσει και σχεδιάσει τυχόν αναγκαία έργα διευθέτησης χειμάρρων.
Διαθέτει φυτά από τα φυτώριά της.
Εγκρίνει όλες τις απαραίτητες μελέτες.
Θα παρακολουθεί την τήρηση των υποχρεώσεων εκ μέρους των αναδόχων και θα εισηγείται την παράταση ή τη διακοπή της αναδοχής.
Ο κάθε ανάδοχος θα απασχολεί τους εργάτες του ενώ μπορεί να απασχολεί δασολόγο για τη δική του έκταση ή μαζί με άλλη επιχείρηση. Είναι προφανές ότι το προσωπικό επιχειρήσεων και οργανισμών ή τα μέλη φυσιολατρικών οργανώσεων μπορούν να συμμετέχουν στις εργασίες φύτευσης, άρδευσης ή και φύλαξης των εκτάσεων που θα παραχωρηθούν. Άλλωστε τούτο γίνεται και σήμερα, αλλά χωρίς σταθερή αναφορά σε συγκεκριμένο χώρο.
Οι δαπάνες του αναδόχου, στο σύνολό τους ή κατά ένα μέρος, θα μπορούσαν να εκπίπτουν φορολογικά από το εισόδημα της επιχείρησης. Οι εκπιπτόμενες δαπάνες θα εγκρίνονται από τη Δ/νση Αναδασώσεων.
Για την υλοποίηση της πρότασης, όπως ήδη αναφέρθηκε, ενδεχομένως να χρειαστεί η σύσταση μιας Αστικής μη Κερδοσκοπικής Εταιρίας στην οποία θα μπορούσαν να εκπροσωπούνται ενδεικτικά:
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος
Η Περιφέρεια Αττικής
Η Δ/νση Αναδασώσεων Αττικής
Ο ΣΕΒ
Η Βουλή των Ελλήνων – Αρμόδια Επιτροπή Περιβάλλοντος
Το Ελληνικό Δίκτυο για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.
Οι Τοπικοί Αναπτυξιακοί Σύνδεσμοι.
Τα πλεονεκτήματα της πρότασης
Εκτιμάται ότι το εγχείρημα αυτό θα πετύχει για πάρα πολλούς λόγους, οι οποίοι συνιστούν ουσιαστικά και τα πλεονεκτήματα της πρότασης. Άλλωστε, οι λύσεις που μέχρι σήμερα επιλέγηκαν όχι μόνο δεν είχαν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα, αλλά αντίθετα η εξέλιξη είναι αρνητική. Και αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας. Σε άρθρο της Μ. Τράτσα στο ΒΗΜΑ της 24.3.2013 αναφέρεται ότι, στην Αττική, τα δάση μειώθηκαν κατά 195.597 στρέμματα από το 1987 ως το 2010. Επομένως, εάν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση τα πράγματα δεν θα αλλάξουν, αντίθετα θα επιδεινωθούν και οι κίνδυνοι για την πόλη θα αυξάνονται. Όσα κεφάλαια και αν επενδυθούν με τον ίδιο τρόπο που έγινε μέχρι σήμερα, δεν θα υπάρχει αποτέλεσμα.
To κράτος δεν θα δαπανήσει χρήματα. Ενδέχεται σημαντικό μέρος της δαπάνης να καλύπτεται από ευρωπαϊκά προγράμματα.
Οι οικολόγοι δεν έχουν λόγο να διαφωνήσουν γιατί με τη πρόταση αυτή θα δενδροφυτευθούν τα βουνά της Αττικής και θα αναβαθμιστεί το περιβάλλον. Άλλωστε, και οι ίδιοι μπορούν να δείξουν έμπρακτα το ενδιαφέρον τους, γινόμενοι ανάδοχοι μιας έκτασης.
Οι “ανάδοχοι” δεν θα αποκτούν απολύτως κανένα δικαίωμα επί των εκτάσεων που θα “παραχωρηθούν”.
Οι οργανισμοί, οι επιχειρήσεις, οι σύλλογοι κ.λ.π. θα έχουν την ευκαιρία να αποδείξουν την κοινωνική τους ευθύνη και ευαισθησία για την επίλυση του προβλήματος 2.500 περίπου ετών. Η δαπάνη που θα βαρύνει τις επιχειρήσεις θα αποτελεί ένα μικρό ποσοστό της ετήσιας διαφημιστικής τους δαπάνης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι δαπάνες των επιχειρήσεων για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, κατά το 2014, ξεπέρασαν τα € 55 εκατ. Άλλωστε σε πρόσφατες θεομηνίες αλλά και στην περίπτωση της πανδημίας, οι ελληνικές επιχειρήσεις επέδειξαν πρωτοφανή ευαισθησία και γενναιοδωρία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η συνδρομή και συμβολή των επιχειρήσεων θα αποτρέψουν επιπτώσεις ακραίων φαινομένων. Θα λειτουργήσουν προληπτικά.
Θα δημιουργηθεί μια ευγενής άμιλλα μεταξύ του προσωπικού των εταιρειών και οργανισμών που ασχολούνται με τα περιβαλλοντικά θέματα, η οποία θα επιταχύνει τη δενδροφύτευση, την ανάπτυξη των φυτών, την καθαριότητα του χώρου καθώς και τη φύλαξη και προστασία του χώρου κυρίως κατά τους θερινούς μήνες.
Όλο το προσωπικό μιας εταιρείας ή ενός οργανισμού θα νοιώθει το αναδασωμένο τμήμα ως δικό του, θα το επισκέπτεται και θα μεταβιβάσει στα παιδιά το ενδιαφέρον και την ευθύνη. Αν σήμερα επιδεικνύεται τόσο μεγάλο ενδιαφέρον για τις αναδασώσεις που γίνονται, μπορεί κανείς να φανταστεί πόσο μεγαλύτερο θα είναι το ενδιαφέρον όταν τα παιδιά θα επισκέπτονται και θα φροντίζουν τα “δικά” τους δένδρα. Η ουσία της πρότασης συνίσταται στο δέσιμο του προσωπικού των εταιριών και των παιδιών τους με τα δέντρα που οι ίδιοι θα φυτέψουν και θα μεγαλώνουν.
Είναι δυνατή η δημιουργία βοτανικών πάρκων με τη φύτευση όλων των ειδών που ευδοκιμούν στα βουνά της Αττικής, τα οποία θα αποτελέσουν τόπους επίσκεψης σχολείων.
Οι βασικοί άξονες του οδικού δικτύου των βουνών θα είναι ανοικτοί για τους επισκέπτες και τους ποδηλάτες, ενώ περιορισμοί στη κίνηση θα υπάρχουν τους θερινούς μήνες με πολύ μεγάλη ζέστη και ισχυρούς ανέμους για λόγους προστασίας.
Εκτιμάται ότι κάποιοι εύρωστοι, οικονομικά, ανάδοχοι θα προχωρήσουν σε μερική αναδάσωση φυτεύοντας μεγάλα φυτά, ώστε με τον τρόπο αυτό θα φανούν άμεσα τα αποτελέσματα και θα δοθεί ελπίδα και ενθουσιασμός για το αποτέλεσμα.
Ανεξάρτητα από την εγκατάσταση δεξαμενών και σωληνώσεων για λόγους πυρόσβεσης, οι “ανάδοχοι” μιας μεγαλύτερης περιφέρειας μπορούν να εφοδιαστούν με μικρά ευκίνητα πυροσβεστικά οχήματα ώστε η άμεση επέμβαση τους να αντιμετωπίζει τυχόν προβλήματα πυρκαγιών. Ενδεχομένως, οι ανάδοχοι να συμπτύξουν κοινοπραξία και να αγοράσουν 2-3 μικρά πυροσβεστικά οχήματα ώστε για παράδειγμα για το Ποικίλο όρος, να μπορούν να επέμβουν στα πρώτα 4 – 5 λεπτά από την έναρξη μιας πυρκαγιάς, με καθοριστικά αποτελέσματα. Η Κοινοπραξία θα μπορούσε ενδεχομένως να εξασφαλίσει πολύ καλύτερους όρους για την περίφραξη, τις δεξαμενές, τη διάνοιξη λάκκων κλπ.
Η περίφραξη των περιοχών που θα “παραχωρηθούν” και η φύλαξή τους ολόκληρο το έτος αλλά κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες είτε με αμειβόμενο προσωπικό είτε από προσωπικό των εταιρειών – αναδόχων καθώς επίσης και το πότισμα των φυτών που θα φυτευτούν είναι οι κρίσιμοι παράγοντες που θα συμβάλουν αποφασιστικά στην επιτυχία του εγχειρήματος.
Συμπερασματικά, η προτεινόμενη λύση ενδέχεται να επιλύσει ένα πρόβλημα που παραμένει άλυτο για 2.400 χρόνια, δεν θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, θα βελτιώσει το περιβάλλον και το κλίμα της πρωτεύουσας και το κυριότερο θα κτίσει ισχυρούς δεσμούς μεταξύ του πληθυσμού και των αλσυλλίων που θα δημιουργηθούν. Είναι μια λύση πρακτική και εφικτή.
*Ο Ν. Κέζος είναι Γεωτεχνικός, με σπουδές και στα Οικονομικά. Διετέλεσε Δ/ντής Στρατηγικής της Αγροτικής Τράπεζας