Ορατός είναι ο κίνδυνος για τις βιομηχανίες τσιμέντου να απωλέσουν το μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ, εφόσον δεν υπάρξει αλλαγή στην πρόταση της Κομισιόν για τις νέες κατευθυντήριες για τις κρατικές ενισχύσεις που τέθηκε σε διαβούλευση.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πρόταση της Κομισιόν, οι επιλέξιμοι κλάδοι θα πρέπει να πληρούν το κριτήριο του “trade intensity” δηλαδή πρέπει να είναι εκτεθειμένοι σε εισαγωγές από τρίτες χώρες σε ποσοστό τουλάχιστον 20%. Καθώς οι εισαγωγές τσιμέντου στην ΕΕ είναι μικρότερες του 20%, ο κλάδος δεν πληροί τα κριτήρια ώστε να είναι δικαιούχος κρατικών ενισχύσεων, τουλάχιστον με βάση το κείμενο της διαβούλευσης των νέων κατευθυντηρίων γραμμών.
Σύμφωνα με το κείμενο της διαβούλευσης δικαιούχοι για τη μειωμένη χρέωση ΕΤΜΕΑΡ είναι μια σειρά από ενεργοβόρους κλάδους της βιομηχανίας όπως οι βιομηχανίες αλουμινίου, χάλυβα, οι κλωστοϋφαντουργίες και οι βιομηχανίες χαρτιού, οι οποίοι πληρούν τόσο το κριτήριο του trade intensity όσο και το κριτήριο του electro – intensity (ένταση ηλεκτρικής ενέργειας) σε ποσοστό τουλάχιστον 10% σε επίπεδο ΕΕ.
Το θέμα είναι εξαιρετικά σοβαρό και αφορά όχι μόνο τις Ελληνικές βιομηχανίες αλλά το σύνολο των τσιμεντοβιομηχανιών της ΕΕ, οι οποίες από την 1η Ιανουαρίου του 2022 κινδυνεύουν να βρεθούν αντιμέτωπες με υπέρογκες αυξήσεις στο κόστος του ΕΤΜΕΑΡ. Για να γίνει αντιληπτή η διαφορά, σήμερα οι τσιμεντοβιομηχανίες ως δικαιούχοι των μειωμένων χρεώσεων πληρώνουν ΕΤΜΕΑΡ 2,5 €/MWh ενώ σε περίπτωση που δεν αλλάξει κάτι σε σχέση με το κείμενο της διαβούλευσης με βάση τα όσα ισχύουν σήμερα θα πλήρωναν ΕΤΜΕΑΡ 17€/MWh, δηλαδή σχεδόν 7 φορές πάνω.
Αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός από το θέμα που δημιουργείται με τις τσιμεντοβιομηχανίες, με βάση τις νέες κατευθυντήριες, αυξάνεται η ελάχιστη χρέωση του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ, από το 15% που ισχύει σήμερα, στο 25% της κανονικής χρέωσης.
Για το θέμα πάντως αναμένεται να υπάρξει αντίδραση από την πλευρά της Ένωσης των Ευρωπαϊκών Βιομηχανιών Τσιμέντου, μέλος της οποίας είναι και η Ένωση Τσιμεντοβιομηχανιών Ελλάδος.