Αυτοαπασχολούμενοι με ή χωρίς υπαλλήλους επηρεάστηκαν περισσότερο από τους μισθωτούς λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού ως προς τις πραγματικές ώρες εργασίας, σύμφωνα με τη Eurostat.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Αρχή, τα στοιχεία για τον συνολικό αριθμό πραγματικών ωρών εργασίας στην ΕΕ δείχνουν ότι οι αυτοαπασχολούμενοι με μισθωτούς (εργοδότες) και οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς μισθωτούς επηρεάστηκαν περισσότερο από την πανδημία COVID-19, σε σύγκριση με τους μισθωτούς.
Η εικόνα ανά τρίμηνο
Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, περίοδο κατά την οποία οι επιπτώσεις της πανδημίας ήταν δραματικές, ο δείκτης ωρών εργασίας για τους εργοδότες και τους αυτοαπασχολούμενους μειώθηκε στις 79 και 80 μονάδες αντίστοιχα (η βασική τιμή των 100 αντιστοιχεί στον μέσο όρο που υπολογίστηκε για τα τέσσερα τρίμηνα του 2019 και έχει καθοριστεί για κάθε επαγγελματική κατηγορία ξεχωριστά). Η μείωση ήταν πολύ πιο ήπια για τους εργαζόμενους, με τον δείκτη να φτάνει τις 87 μονάδες το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Μετά από εκείνο το δεύτερο τρίμηνο του 2020, ο δείκτης των ωρών εργασίας για τους εργαζομένους αυξήθηκε σταθερά μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2021, όταν έφτασε τη βασική του τιμή των 100, ενώ οι άλλες δύο ομάδες αυτοαπασχολούμενων σημείωσαν μείωση σε ορισμένα από τα τρίμηνα που ακολούθησαν.
Το τρίτο τρίμηνο του 2021, που αντιστοιχεί στη θερινή περίοδο, η ομάδα των εργοδοτών κατέγραψε τον υψηλότερο δείκτη ωρών εργασίας (96 μονάδες), ακολουθούμενη από τους μισθωτούς (94 μονάδες), ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι τον χαμηλότερο (92 μονάδες).
Κατά τη σύγκριση του τρίτου τριμήνου του 2021 με το ίδιο τρίμηνο του 2020 και του 2019, ο αριθμός των ωρών εργασίας για τους εργαζομένους ήταν περίπου στο ίδιο επίπεδο, με διαφορά μικρότερη από 1 μονάδα του δείκτη μεταξύ του 3ου τριμήνου 2021, του 3ου τριμήνου 2020 και του τρίτου τριμήνου 2019.
Στην περίπτωση των εργοδοτών, η τιμή του δείκτη το τρίτο τρίμηνο του 2021 ήταν η ίδια με το τρίτο τρίμηνο του 2019, αλλά 6 μονάδες υψηλότερη από ό,τι το τρίτο τρίμηνο του 2020.
Αντίθετα, οι αυτοαπασχολούμενοι κατέγραψαν μείωση 6 μονάδων μεταξύ του τρίτου τριμήνου του 2019 και του τρίτου τριμήνου 2021, με ενδιάμεση μείωση 3 μονάδων μεταξύ του τρίτου τριμήνου 2020 και του τρίτου τριμήνου 2021.