Καθορισμό από την πολιτεία ζωνών εντός των οποίων θα μπορούν να αναπτυχθούν υπεράκτια αιολικά πάρκα, αλλά και εμπλοκή του ΑΔΜΗΕ στη διασύνδεσή τους, με τη δημιουργία κατάλληλων hub μέσω των οποίων θα μπορούν να συνδεθούν στο δίκτυο τα έργα μίας ευρύτερης περιοχής, προβλέπουν σύμφωνα με πληροφορίες του energypress οι ρυθμίσεις του ΥΠΕΝ για το πλαίσιο ανάπτυξης και λειτουργίας offshore αιολικών στη χώρα μας.
Όπως έγραψε χθες το energypress, πρόθεση του υπουργείου είναι να εντάξει το πλαίσιο στο ίδιο σχέδιο νόμου για τη δεύτερη φάση απλοποίησης της αδειοδοτικής διαδικασίας νέων έργων ΑΠΕ, καθώς για το πλαίσιο μονάδων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, είναι πιθανό αυτό το «πολυνομοσχέδιο» για τις τρεις «πράσινες» τεχνολογίες να παρουσιαστεί στο Υπουργικό Συμβούλιο την Πέμπτη, 4 Νοεμβρίου, μαζί με τον κλιματικό νόμο.
Την ίδια στιγμή, στην ομιλία του χθες στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, ο Έλληνας πρωθυπουργός επανέλαβε πως στόχος είναι η Ελλάδας να πρωτοπορήσει στην υπεράκτια αιολική ενέργεια, δημιουργώντας έως το 2030 ένα χαρτοφυλάκιο συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 2 GW. Ένας φιλόδοξος στόχος που στέλνει «σήμα» σε εγχώριους και διεθνείς επενδυτές, ότι η Ελλάδα θέτει φιλόδοξους στόχους.
Στο θεσμικό πλαίσιο του ΥΠΕΝ και για τη χωροθέτηση των υπεράκτιων αιολικών, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το υπουργείο έχει καταλήξει στην απόφαση η πολιτεία να καθορίζει ευρύτερες θαλάσσιες ζώνες (τρόπον τινά «οικόπεδα»), εντός των οποίων θα μπορούν να εγκατασταθούν τέτοια έργα. Όπως είναι φυσικό, βασικό κριτήριο για αυτά τα «οικόπεδα» θα είναι η ανάπτυξη των πάρκων να μην έρχεται σε σύγκρουση με υφιστάμενες οικονομικές δραστηριότητες (π.χ. αλιεία, ναυσιπλοΐα, τουρισμός).
Σε αυτές τις θαλάσσιες ζώνες, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές θα μπορούν να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για να δεσμεύσουν επιμέρους τμήματά τους (δηλαδή συγκεκριμένες περιοχές), ώστε να διερευνήσουν την προοπτική ανάπτυξης ενός πάρκου. Οι ενδιαφερόμενοι θα περνούν μία διαδικασία προεπιλογής, ώστε με βάση μια σειρά κριτηρίων που θα αποδεικνύουν την οικονομική και τεχνική δυνατότητά τους για υλοποίηση ανάλογων έργων, να προκύπτουν οι εταιρείες που θα δεσμεύουν περιοχές.
Σε αυτούς τους προεπιλεγέντες επενδυτές, θα δίνεται ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να μελετήσουν την περιοχή που έχουν δεσμεύσει. Το διάστημα αυτό θα κινείται σε 1 με 1,5 έτος περίπου, ώστε να αποκτήσουν σαφή εικόνα για το αιολικό δυναμικό που επικρατεί στην περιοχή, αλλά όλων των υπόλοιπων οικονομικοτεχνικών παραμέτρων για την κατασκευή ενός πάρκου.
Η παρέλευση αυτού του χρονικού «παράθυρου», και αφού πλέον οι εταιρείες θα έχουν εικόνα για το ύψος της επένδυσης και την εκτιμώμενη παραγωγή του έργου, θα σηματοδοτεί το τέλος ενός «γύρου» παραχωρήσεων. Τότε θα διεξάγεται μειοδοτικός διαγωνισμός, από τον οποίο θα προκύπτουν τα πάρκα που τελικά θα υλοποιηθούν, από τη «δεξαμενή» όλων των υποψήφιων έργων.
Στον διαγωνισμό αυτό οι προεπιλεγέντες επενδυτές θα υποβάλουν οικονομικές προσφορές για την τιμή αποζημίωσης της ενέργειας. Έτσι, θα προκρίνονται εκείνα τα πάρκα για τα οποία έχουν υποβληθεί τα μικρότερα τιμήματα από τις εταιρείες που συμμετέχουν στη διαδικασία.
Όσον αφορά τη «φόρμουλα» σύνδεσης των θαλάσσιων πάρκων στο δίκτυο, το υπουργείο φαίνεται να έχει καταλήξει στη δημιουργία κεντρικών κόμβων διασύνδεσης (hubs) από τον ΑΔΜΗΕ. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο Διαχειριστής θα αναλαμβάνει να δημιουργήσει έναν κεντρικό κόμβο στην ευρύτερη θαλάσσια ζώνη που έχει καθορίσει η πολιτεία για εγκατάσταση θαλάσσιων πάρκων, με την κάθε εταιρεία να επιφορτίζεται με τη διασύνδεση της μονάδας της με το αντίστοιχο hub.
Η εμπλοκή του ΑΔΜΗΕ στη διασύνδεση των πάρκων δίνει τη δυνατότητα η αξιοποίηση του θαλάσσιου αιολικού δυναμικού να «συντονιστεί» με την ευρύτερη ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς. Παράλληλα, η κοινή χρήση από πολλά πάρκα των ίδιων υποδομών διασύνδεσης, από το hub έως το σύστημα μεταφοράς, μπορεί να εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους. Εκτιμάται ότι με αυτό τον τρόπο το κόστος διασύνδεσης κάθε πάρκου μειώνεται κατά 20% περίπου.